giannis
Μεσσιανισμός στην τέχνη (Τάσος Κουκουτάς)
|
Ο Ντεμπόρ στην «Κοινωνία του θεάματος» υποστηρίζει: «Η τέχνη στην εποχή της διάλυσής της, ως αρνητικό κίνημα που επιδιώκει την υπέρβαση της τέχνης σε μια ιστορική κοινωνία όπου η ιστορία δεν έχει ακόμη αποτελέσει βίωμα, είναι μια τέχνη της αλλαγής και, ταυτοχρόνως, σαφής έκφραση του ανέφικτου της αλλαγής. Όσο πιο μεγαλεπήβολο είναι το αίτημά της, τόσο περισσότερο η αληθής πραγμάτωσή της βρίσκεται πέραν αυτής. Αυτή η τέχνη είναι αναγκαστικά πρωτοποριακή και δεν είναι. Η πρωτοπορία είναι η εξαφάνισή της». Αυτά εν έτει 1972. Σ’αυτή την πλασματική αναζήτηση έγκειται και η αλλοτροίωση του θεατή που τόσο σωστά επισημαίνει ο Ντεμπόρ: «όσο περισσότερο αποδέχεται να αναγνωρίζει τον εαυτό του εντός των κυρίαρχων εικόνων της ανάγκης, τόσο λιγότερο κατανοεί τη δική του επιθυμία». Τι πιο τραγικό όταν οι καλλιτέχνες δεν βιώνουν εξ ιδίων την μπειρία της τέχνης τους και καταντούν θεατές του ίδιου του έργου τους! Ποιος θεσμός όμως απεκδύθηκε πρόθυμα του «τελικού προϊόντος» ώστε η αυταπάρνησή του να συνιστά ενεργό συμμετοχή στη διαδικασία της έρευνας, των αποτυχημένων προσπαθειών που καταθέτει κάθε καλλιτέχνης πριν να είναι σε θέση να παράξει; Και ποιος καλλιτέχνης επέμεινε στη βιωμένη πραγματικότητα της προσπάθειάς του να ορίσει την τέχνη του ως πεδίο αναζήτησης της δικής του (απωλεσθείσας) ταυτότητας; Πού και πώς ζει ο καθένας πριν περάσει το κατώφλι της δημοσιότητας; Η απώλεια κάθε κυριότητας του δημιουργού προς το έργο του καθώς και ο μύθος της νεοφιλελεύθερης λογικής4 έπνιξαν τις όποιες αναρχικές, ουτοπικές πηγές της ανθρώπινης συνείδησης: «Στο όνομα μιας εμπειρίας που έχει γίνει πια παρωδία του εαυτού της, η ικανότητα του ανθρώπου καθαυτήν για προσωπική, υποκειμενική ανανέωση καταδικάζεται σαν κενή φαντασιοπληξία» (Περλίνι). Το «έξω» του καλλιτέχνη, η συναναστροφή του με τα πράγματα, η ζύμωση με την κοινωνική –και όχι εικονική– πραγματικότητα καθώς και η όποια διάθεση συλλογικότητας έχει μετατραπεί σ’ένα στείρο «μέσα», στην εξασφάλιση των «κατάλληλων» συνθηκών παραγωγής, στη διανομή του έργου του, στο μπόνους της καλλιτεχνικής και εμπορικής επιτυχίας. Και ο θεατής; Πώς εκτίθεται και πώς διατίθεται απέναντι σ’αυτό που καταναλώνει; Κάθε άλλη απολογητική προσέγγιση - η οποία ασκείται κυρίως από καλλιτέχνες - υπηρετεί και εν τέλει αναπαράγει την «πρακτική της αισθητικοποίησης»5. Αυτή την αισθητική αναθεώρηση πρέπει να αναλάβει ο θεατής· όχι καταργώντας κάθε είδους θέαση και επιφέροντας τον αποκλεισμό των διάφορων καλλιτεχνών. Απεναντίας, η επαναξιολόγηση είναι μια πρόκληση, η οποία δεν καταλήγει σε μια άλλη στερεοτυπική θεώρηση αλλά διαρκώς αμφισβητεί αυτό που προσλαμβάνει. Σαν να μην υπάρχει αντικειμενική πραγματικότητα (υπόθεση) και όλα να υπακούν στην εντύπωση ενός ευμετάβλητου χάους: χωρίς αξιώματα και δεδομένα σχήματα, μόνο υποθέσεις, προτάσεις, απεγνωσμένα «ίσως» και «εάν». Αυτός ο συνειδητός «κατακερματισμός της όρασης» έναντι μιας μπανάλ «γεωμετρικής συνέπειας», μπορεί να οδηγήσει στην κατανόηση του πώς λειτουργούν τα πράγματα, ή αλλιώς, να μας βοηθήσει να συλλάβουμε εκ προοιμίου το σχήμα που μπορεί να προκύψει αν ενώσουμε τις γραμμές. Έτσι δεν αρνούμαστε αυτό που μπορούν να «παράξουν» οι γραμμές αλλά, παρατηρούμετην εν δυνάμει εξέλιξη από τον έναν σχηματισμό στον άλλο. Να επανακτήσουμε λοιπόν την αξία της γόνιμης διερώτησης, να διακρίνουμε την πρόθεση που κρύβεται πίσω από κάθε θεσμικό εγχείρημα αναδιάρθρωσης του καλλιτεχνικού γίγνεσθαι. Να εντοπίσουμε την «επισφαλή ισορροπία» που προσφέρουν οι δήθεν θεσμικοί σωτήρες, οι κρατικές επιχορηγήσεις και βεβαίως να μην μεταστραφούμε στο πρόσωπο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας που ενδυναμώνει και επαληθεύει τον ρόλο του αξιοπεριφρόνητου θεατή και καλλιτέχνη. Τέλος, αρνούμενοι την εκάστοτε τυπολογία καλλιτεχνών που υπαγορεύει η ηγεμονία του γούστου, να επιτρέψουμε και να επιστρέψουμε στην προσωπική επαφή με την τέχνη καλλιεργώντας κριτική διαίσθηση και πνεύμα.
[1] Σύμφωνα με πολλούς συγγραφείς, στην τέχνη δεν υπάρχει πρόοδος καθώς δεν μπορούμε να υποτάξουμε την τέχνη σε μια μηχανιστική αντίληψη της γραμμικής εξέλιξης, έτσι όπως δεν μπορούμε να εξετάσουμε τις φυσικές διαδικασίες με μια οπτική προόδου και καινοτομίας. [2] Λαμπρότερο παράδειγμα οι διάφορες αναθέσεις στον χώρο της τέχνης. Μπορούν να θεωρηθούν ποιητικές αιτίες οι επιθυμίες των εκάστοτε προγραμματιστών/επιμελητών που ζητούν από τους καλλιτέχνες να δημιουργήσουν; Και ο καλλιτέχνης τι παράγει εν τέλει; Δεν είναι λίγο ύποπτο το γεγονός ότι το αποτέλεσμα επιζητά τη σύμφωνη γνώμη όλων όσοι εμπλέκονται στην κατανάλωση του θεάματος; Η λογική του επιχειρηματικού win-win (όλοι οι συμμετέχοντες εξίσου κερδισμένοι) προσανατολίζει την καλλιτεχνική παραγωγή σε μια τελεολογία όπου τα επιμέρους στοιχεία (καλλιτεχνικός θεσμός, θεατές, παραγωγοί, διανομείς και δημοσιογράφοι) ανάγονται σε ποιητικά αίτια για τον όποιο καλλιτέχνη. Ακόμη και η απόκλιση από αυτά είναι συχνότερα αποτέλεσμα μιας μεθοδευμένης εκκεντρικότητας, παρά συνέπεια μιας σύμφυτης στην καλλιτεχνική φύση υπαρξιακής αναζήτησης. [3] Όχι ότι η τέχνη ήταν ποτέ ανεξάρτητη από την ιδέα της αγοράς. Από την αρχαιοελληνική σημασία του όρου –η αγορά ως τόπος συγκέντρωσης των ανθρώπων– ως τη μεταγενέστερη “αυλική” προσέγγιση –συνώνυμη της εξυπηρέτησης των καπρίτσιων των διαφόρων Μαικηνών– στη σύγχρονη οικονομικά υποτελή τέχνη, η έννοια της αγοράς ήταν και θα είναι το επίμαχο σημείο. [4] Ποτέ άλλοτε η έννοια του αυτοδημιούργητου δεν ήταν τόσο υπερτιμημένη. Η επιτυχία έγινε το συμπληρωματικό κομμάτι της ύπαρξης, ή μάλλον η επίδειξη της επιτυχίας, έστω και αν αυτή είναι ψευδής και δεν ορίζεται με κριτήρια αξιολογικά. Όταν ο Τσαρούχης δήλωνε “στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις”, προφανώς σχολίαζε τη λατρευτική παράνοια των ανθρώπων στο πρόσωπο του πετυχημένου. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Έλληνες είναι κατεξοχήν όντα προσωπο-λατρευτικά, δηλαδή κυνηγάνε το πρόσωπο και όχι την ιδέα πίσω από το πρόσωπο. [5] Ο Νικόλας Σεβαστάκης εμπνεόμενος από τον Λούκατς σχολιάζει: Η πρακτική της αισθητικοποίησης προϋποθέτει ότι έχει υπερισχύσει πλήρως αυτό στο οποίο αντιστάθηκε, πρόωρα, ο αισθητιστής καλλιτέχνης. Επικράτησε η συμφιλίωση με το ανεπεξέργαστο αίσθημα, με το feeling που μπορεί να συνοδεύει το τυχαίο αντικείμενο, την οιαδήποτε εμπειρία. [...] Ζούμε μάλλον το τέλος κάθε ιδέας κριτικού διαχωρισμού μεταξύ της αισθητικής εμπειρίας και των θαυμαστών εμπειριών που αναφύονται σε άλλα πεδία. Το έργο επισκιάζεται εδώ από την εγκατάσταση μιας αισθητικής ατμόσφαιρας, ανεξάρτητα από το πεδίο στο οποίο εκδηλώνεται η αντίστοιχη δραστηριότητα. Με αυτή την έννοια η «ποιητικότητα» μπορεί ελεύθερα να κατακλύζει τους τοίχους του μετρό, την ετικέτα μιας σοκολάτας κ.ο.κ. (Αυτό το πνεύμα που παραδίδει το πνεύμα, Εκδ. Ίνδικτος)
2012-10-26 |
Συλλογικότητα και τέχνη (Τάσος Κουκουτάς)
|
Αυτή την ουσιαστική εκχώρηση, του ιδιωτικού προς στο δημόσιο – συνιστώσα ενός togetherness που προασπίζει τη διαφορετικότητα και την επί ίσοις όροις μεταχείριση-, δεν είδαμε πουθενά να εκδηλώνεται. Σε μια καταστροφική συνθήκη, όπως είναι η κρίση, η συλλογικότητα μοιάζει να παλεύει περισσότερο για το δικαίωμα στην καριέρα, για τη δημοσιότητα των ίδιων των γεγονότων (βλ. Facebook και λοιπά κοινωνικά δίκτυα ως μέσα για την προσωπική προώθηση των καλλιτεχνών υπό την σκέπη μιας φαινομενικά αποδεκτής και εξαργυρώσιμης φιλίας) και όχι για την κινητικότητα των ιδεών και την αποδέσμευσή τους από την ετικέτα του έτοιμου προϊόντος. Η καλλιτεχνική συνεύρεση – με όποια στοιχεία δημοκρατικότητας έχει οριστεί – οφείλει να προκύπτει ως εσωτερική ανάγκη και όχι ως “μαζευτήκαμε για να σας ανακοινώσουμε”. Ο δημόσιος χαρακτήρας της προκύπτει από τον τρόπο συναλλαγής των μελών και όχι από τα δελτία τύπου και τις ανακοινώσεις που ξεχειλίζουν από την υπερχρήση των όρων “συλλογικότητα, ομαδικότητα, πνεύμα συνεργασίας”. Αυτή η ανάγκη, παρότι ξεκίνησε υπό τον όρο να δημιουργήσει μια νέα καλλιτεχνική συνθήκη, διαφορετική από τη μεγαλομανία του διεθνούς και των ξενόφερτων πολυσυλλεκτικών πρότζεκτ, υποχώρησε και πάλι εμπρός στην φαντασμαγορία του καινούργιου, χάνοντας την φρεσκάδα και πειστικότητά της: όλοι πλέον – τουλάχιστον αυτοί που δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στις δεξαμενές κεφαλαίου – θέλουν να δρουν και να παραγούν συλλογικά. Η συνεύρεση σωμάτων δεν αποτελεί παρά μιαν εμβρυακή, ή πρωταρχική ένδειξη, συλλογικότητας. Άρα, τί είναι αυτό που ενώνει το άτομο με το σύνολο ώστε με τη σειρά τους να διεκδικούν από κοινού ένα χώρο στην τέχνη που είναι ωφέλιμος και για τις δύο οντότητες; Ίσως η σημερινή εκδοχή της συλλογικότητας να μην είναι άλλο από μια αντίδραση στην αποτυχία του υπαρκτού πολιτισμού να ενσαρκώσει το μεγαλιώδες έπος της ανθρώπινης εξέλιξης: δεν είναι τυχαίο ότι όλο και πιο συχνά γίνεται αναφορά στις μέρες του “ένδοξου” παρελθόντος, στην χαμένη αναγκαίοτητα ως προς την καλλιτεχνική έκφραση, συνδηλώσεις που οδηγούν σε μια καταθλιπτική εικόνα ενός αβέβαιου μέλλοντος. Υπάρχει σαφώς μια θεώρηση του παρελθόντος ως εξειδανικευμένη εικόνα που λόγω της απόστασης των γεγονότων δεν είναι δυνατό να ιδωθεί κριτικά και επεξηγηματικά προς τα σύγχρονα συμφραζόμενα. Παρότι η παλαιότερη γενιά καλλιτεχνών ενσάρκωνε διαφορετικά ιδέωδη στην τέχνη – με κυριότερο ίσως αυτό της προσωπικής ανέλιξης του δημιουργού – η θέση τους έφερε ήδη ψήγματα της μετάλλαξης της έννοιας του συλλογικού. Προωθώντας μια νοσταλγία για τον παρελθόν, η οποία μεταγράφεται σε σειρά κεκτημένων στον χώρο της τέχνης (επιχορηγήσεις, διαθέσιμοι χώροι για έρευνα, προβολή καλλιτεχνών, θεσμική υποστήριξη κ.ο.κ.), η συλλογικότητα στρέφεται στα κεκτημένα αυτά χωρίς να αμφισβητεί τη λειτουργικότητα ή την ωφελιμότητα τους στην παρούσα φάση. Π.χ. γιατί οι καλλιτέχνες δεν απέχουν “συλλογικά” από την θεσμική υποστήριξη; Που τοποθετείται η συλλογικότητα όταν το έργο κάθε δημιουργού πρέπει να ανταγωνιστεί σύμφωνα με τους αξιολογικούς κανόνες της αγοράς έργα άλλων δημιουργών και να διεκδικήσει μια θέση στον αγώνα της (καλλιτεχνικής και όχι μόνο) επιβίωσης; Πώς γίνεται με άλλα λόγια η συλλογικότητα να εξυπηρετεί μέρος και όχι το σύνολο αυτών που την εκπροσωπούν; Η ιδέα δεν μπορεί να εκπληρώνεται με τους όρους που βολεύει τον καθένα. Ίσως λοιπόν το αίτημα για μια νέα συλλογικότητα δεν έχει τεθεί/οριστεί ακόμα. Αυτό γιατί η σύγχρονη κοινωνική ζωή απέχει αρκετά από τα συστατικά στοιχεία (συλλογική συνείδηση, συμμετοχικές διαδικασίες κ.ο.κ.) που καλείται να ενσαρκώσει η ιδέα του συνανήκειν. Αν η συλλογικότητα αποτελεί την “προσωποποίηση” κάποιων αξιών, τότε, την ίδια στιγμή οφείλει να προβαίνει στην αξιολόγησή τους. Στο αίτημα αυτό συχνά εντοπίζεται η ανάγκη ταύτισης του πραγματικού με το επιθυμητό. Έτσι η συλλογικότητα στην εποχή μας δεν ενηλικιώνεται· σαν παιδί (δια)πραγματεύεται διαρκώς το ερώτημα “ωραία δεν θα ήταν αν”, χωρίς να επαναξιολογεί την σχέση του ερωτήματος αυτού με την πραγματικότητα. Τι περιλαμβάνει η ενηλικίωση; Την αντίφαση, ίσως, τη διαλεκτική σκέψη, ως προς την ορμή των ερωτημάτων που καθοδηγούν τη ζωή, την θέση μας, μέχρι κάποιου σημείου. Άρα, πέρα από μιαν αόριστη φαντασίωση πραγματοποίησης (ατομικών;) επιθυμιών, η συλλογικότητα θα έπρεπε να είναι μια σύνθεση από δυνατότητες που δοκιμάστηκαν και λειτούργησαν ανατρεπτικά στον προσδιορισμό των ορίων της έννοιας αυτής. Υπάρχουν συλλογικές επιθυμίες; Το ερώτημα λοιπόν μετατίθεται στα όρια της ατομικότητας ώστε να καταστεί δυνατή η συλλογικότητα. Σ’αυτή την αμφιταλάντευση ατομικού-συλλογικού καλείται σήμερα να επιβιώσει η τέχνη. Κατά πόσο όμως είναι δυνατό για την ίδια να ριζώσει σε ένα περιβάλλον που αποσκοπεί στην αναπαραγωγή αυτού που επιθυμεί να καταλύσει (η συλλογική έκφραση κόντρα στους κανόνες της αγοράς); Η τέχνη που παράγεται στους κόλπους αυτής της συλλογικότητας δεν είναι άλλο από μια ατέρμονη διεύρυνση των ορίων του αποδεκτού και καταλήγει αποδεχόμενη τη νέα οριοθέτηση σε μια μπανάλ αισθητικοποιημένη εκδοχή της πραγματικότητας (π.χ. οι καλλιτέχνες μιλούν για την ανεργία πουλώντας το έργο τους). Ο επαναπροσδιορισμός της συλλογικότητας θα επέλθει μόνο όταν η τέχνη ΔΕΝ θα είναι εφικτή με τους όρους που ήδη γνωρίζουμε. Όταν δηλαδή, μέσα από την έννοια αυτή, θα είναι δυνατό να ορίσουμε ένα νέο είδος κοινωνικής συνύπαρξης (η οποία θα στέκεται κριτικά – και αυτοκριτικά – στα μέσα που επικαλείται για να υλοποιηθεί) ή καλύτερα μια νέα ταυτότητα. 2012-09-28 |
Continu – Συνεχές(;) και Σάσα Βαλτζ (Ανδρέας Pικάκης)
|
ΚΡΙΤΙΚΗ ΧΟΡΟΥ. Οτι θα έβλεπα το Ηρώδειο τίγκα για μια χορευτική παράσταση (μια ακόμη της κίνησης που γενικά αποκαλείται «σύγχρονος» όχι «μοντέρνος» χορός) μέσα στον καύσωνα και στριμωγμένη ανάμεσα στην «Πρώτη Υλη» ενός Παπαϊωάννου και των Μπαλέτων του Περμ υπό τη διεύθυνση ενός Κουρεντζή, ε, αυτό έπρεπε να ζήσω να το δω! Ανακάλεσα τον μεγάλο Μερς Κάνινγκχαμ το 1976 στον ίδιο χώρο με τις κερκίδες άδειες και πάλλευκες σαν απολιθωμένος σκελετός προϊστορικού τέρατος. Αυτά τα 35 χρόνια να υπήρξαν τόσο καθοριστικά στην «εκπαίδευση» των νεότερων γενιών ως προς τα σύγχρονα χορευτικά κινήματα; Τόση πληροφόρηση; Η Σάσα Βαλτζ μπορεί να θεωρείται (μη υπαρχούσης άλλης) διάδοχος της Πίνα Μπάους (ε, και;) αλλά δεν «παίζει» σαν όνομα εδώ. Ή μήπως όχι; «Continu», λοιπόν, «Συνεχόμενο» ή, όπως εγράφη, «Αέναη κίνηση» - προσωπικά βρήκα το διμερές αυτό έντονο χορογράφημα πολύ μακρύ για τον εμβληματικό τίτλο του. Το 1ο μέρος, στα «μαύρα», έμοιαζε να αποτελεί μια νέα άποψη στην «Ιεροτελεστία της Ανοιξης» του Στραβίνσκι (κατά Νιζίνσκι, Μπεζάρ, Νοϊμάγερ, Μπάους κ. ά.) απλώς με άλλη μουσική συνοδεία. Βέβαια τώρα είχαμε εξπρεσιονιστικές παρεμβάσεις στα χορο-βήματα και σχεδιαγράμματα (η mittel Europa δεν θα τις ξεπεράσει, πιστεύω, ποτέ) αλλά και ένα απαιτούμενο angst. Είχαμε ακόμη μηχανιστικές κινήσεις και μετακινήσεις στον χώρο αλλά και «κλασικά» προηγούμενα στις σχηματοποιούμενες και αποσχηματιζόμενες με νεοκλασικές παρεμβάσεις δομές.
Εξοχα όλα, ταιριαστά με τους «άγριους» μουσικούς ήχους και απόηχους των Ξενάκη και Βαρέζε. Το 2ο «λευκό» μέρος φάνηκε να έρχεται ως «λυτρωτής». Δυστυχώς, απλώς επανέλαβε τα του «μαύρου», καταλήγοντας έπειτα από ένα ζωγράφισμα του άσπρου πατώματος από τις μπογιατισμένες πατούσες των χορευτών, στο λυτρωτικό φινάλε με υπόκρουση Μότσαρτ. Ε, ναι, πια! (Ηρώδειο 11/7/2012). Του Ανδρεα Pικακη Πηγή: kathimerini.gr
Σκηνοθεσία – Χορογραφία: Sasha Waltz
Μουσική: Ιάννης Ξενάκης, Edgar Varèse, Claude Vivier
Σκηνογραφία: Thomas Schenk, Pia Maler Schriever, Sasha Waltz
Κοστούμια: Bernd Skodzig
Φωτισμοί: Martin Hauk
Δραματουργία: Jochen Sandig
Ερμηνεία – Χορογραφία: Liza Alpízar Aguilar, Ayaka Azechi, Ji!í Bartovanec,Davide Camplani, Maria Marta Colusi, Juan Kruz Diaz de Garaio Esnaola, Luc Dunberry, Edivaldo Ernesto, Florencia Lamarca, Sergiu Matis, Todd McQuade, Thomas Michaux, Virgis Puodziunas, Sasa Queliz, Zaratiana Randrianantenaina, Orlando Rodriguez
Mata Sakka, Yael Schnell, Xuan Shi, Niannian Zhou
Drums: Robyn Schulkowksy
Υπεύθυνος πρόβας: Renate Graziadei
2012-08-25 |
Φεστιβάλ Αβινιόν: Θρίαμβος των Βρετανών, υποχώρηση των Γάλλων (Γιώργος Bουδικλάρης)
|
Του Γιώργου Bουδικλάρη «Παρόλο που στους τελευταίους πολέμους αντιμετωπίσαμε τους Γερμανούς, οι παραδοσιακοί μας εχθροί είναι οι Αγγλοι», μου έλεγε πάντα η Γαλλίδα φίλη Μαρί Νοέλ. «Και συνήθως χάναμε τους πολέμους εναντίον τους». Είχε δίκιο: αυτό συνέβη και στο 66ο Φεστιβάλ της Αβινιόν. Η βρετανική εισβολή θριάμβευσε.
Την τιμή της Γαλλίας έσωσε ο χορός. Ο Ζερόμ Μπελ, από τους πλέον ρηξικέλευθους εν ενεργεία χορογράφους, σόκαρε, εξέπληξε και συγκίνησε συνεργαζόμενος με την ομάδα Hora, που αποτελείται από ηθοποιούς με νοητική στέρηση, στην πλειοψηφία τους με σύνδρομο Down. Το Disabled Theatre του δεν είχε καλή υποδοχή από την κριτική: πολλοί μίλησαν για freak show, για σκληρότητα του χορογράφου, εκμετάλλευση των παιδιών από μέρους του και πολλά άλλα. Δεν θα συμφωνήσω: ο Μπελ, πιστός στις αρχές του, παραχωρεί τη σκηνή στα άτομα της ομάδας και τους αφήνει να εκθέσουν τη δική τους αλήθεια. Και το αποτέλεσμα συγκλονίζει. Ο Γιόζεφ Νατζ, γνωστός και στο ελληνικό κοινό, έχει δείξει επανειλημμένα πόσο καλά λειτουργεί στη φόρμα του ντουέτου, είτε με άλλους χορευτές, είτε με εικαστικούς ή μουσικούς. Αυτή τη φορά, συνοδευόμενος από την αιθέρια Αν Σοφί Λανσελίν και εμπνεόμενος από τις γκραβούρες του Ντίρερ και την ποίηση του Τσέλαν, μας χάρισε το Ατεμ, ένα κομψοτέχνημα γοτθικού τρόμου που στοιχειώνει τη μνήμη του θεατή για καιρό. Και χορός από την Πορτογαλία Η μεγάλη στιγμή του Φεστιβάλ ήρθε και πάλι από τον χορό: Οι Πορτογάλοι Ρομέο Ρούνα και Μιγκέλ Μορέιρα, μέλη της κολεκτίβας Les Ballets C de la B, δημιούργησαν το σόλο The Old King. Οσοι θυμούνται τον Ρομέο και τη μοναδική, στα όρια της εξάρθρωσης κινησεολογία του από τις παραστάσεις του Αλέν Πλατέλ, ίσως μπορούν να φανταστούν πώς κατόρθωσε να συμπεριλάβει στη μία ώρα και πέντε λεπτά μιας απάνθρωπα απαιτητικής ερμηνείας, την ίδια την αγωνία της ύπαρξης. Ο χορός εξελίσσεται τις τελευταίες δεκαετίες ταχύτερα από το θέατρο. Το γιατί, είναι θέμα άλλου άρθρου. Ο Ρομέο Καστελούτσι, στη νέα του δουλειά The Four Seasons Restaurant, υπήρξε αποπροσανατολιστικός. Παρόλο που πολλά από τα γνωστά στοιχεία της θεματικής του είναι παρόντα, μόνο προς το τέλος αναγνωρίσαμε πως είναι δικό του έργο. Ισως μια δεύτερη θέαση θα βοηθούσε. Η γαλλική ήττα της φετινής Αβινιόν συνίσταται κυρίως στην αδυναμία των σημερινών, αλλά και των νεώτερων συντελεστών του θεάτρου της να δείξουν κάτι καινούργιο. Ο πολυδιαφημιζόμενος Κριστόφ Ονορέ δεν έπεισε ούτε ως σκηνοθέτης ούτε ως συγγραφέας. Πάντως, για το Nouveau Roman του, θα του αναγνωρίσω τουλάχιστον το θάρρος (θράσος;) να κάνει μια παράσταση τρεισήμισι ωρών για ένα λογοτεχνικό κίνημα, παρουσιάζοντας μάλιστα επί σκηνής ως ρόλους τους συγγραφείς του: τον Κλοντ Σιμόν, τη Μαργκερίτ Ντυράς, τον Αλέν και την Κατρίν Ρομπ Γκριγιέ, τη Ναταλί Σαρότ - παιγμένη μάλιστα από τη σέξι σταρ Λουντιβίν Σανιέ. Δεν νομίζω πάντως πως το εν λόγω πόνημα θα μνημονεύεται στο μέλλον ως κάτι πέραν του αξιοπερίεργου. Οσο για τις δουλειές νεώτερων Γάλλων δημιουργών, το ναυάγιο υπήρξε αύτανδρο. Επικεφαλής της, ο φετινός συνεργαζόμενος καλλιτέχνης Σάιμον ΜακΜπέρνι. Τουλάχιστον η ομάδα του φέρει γαλλικό όνομα: Complicite, δηλαδή Συνενοχή. Επέλεξε να παρουσιάσει στην Αυλή της Τιμής του Παλατιού των Παπών την τελευταία τους παραγωγή, τη θεατρική διασκευή του μυθικού βιβλίου του Μπουλγκάκοφ «Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα». Δύσκολο εγχείρημα, που τελικά κερδήθηκε στα σημεία. Τα ευφάνταστα ευρήματα κι ο δαιμονικός ρυθμός που δεν χαλάρωσε στιγμή στην τρίωρη διάρκεια της παράστασης, φώτισαν κάποιες πτυχές του αριστουργηματικού μυθιστορήματος. Προσωπική μου αδυναμία, η μυθική ομάδα των Forced Entertainment. Ο σκηνοθέτης Τιμ Ετσελς και οι ίδιοι έξι ηθοποιοί που επέλεξαν να εγκατασταθούν στο Σέφιλντ πριν από 28 χρόνια και εξέλιξαν ώς την τελειότητα αυτό που σήμερα αποκαλούμε devised theatre, μας παρουσίασαν τα The Coming Storm και Tomorrow’s Parties. Σκέτη μαγεία: η φυσικότητα, το αβίαστο χιούμορ, η ταχύτητα των μεταξύ τους αλληλεπιδράσεων και η καθαρή ποίηση που προκύπτει ως αποτέλεσμα, καταδεικνύουν όλη την ομορφιά, αλλά και τη δυσκολία ενός είδους στο οποίο σήμερα καταφεύγει κάθε νεόκοπη ομάδα έπειτα από παρακολούθηση ολιγοήμερων σεμιναρίων, θεωρώντας το ευκολότερο των άλλων. Αλίμονο... Διαστροφική... αγάπη Δεν μπορώ να μην αναφερθώ και στην Ιστορία αγάπης, προϊόν συνεργασίας ενός Σουηδού σκηνοθέτη με δύο φινλανδικές θεατρικές ομάδες. Οχι γιατί μου άρεσε: μετά βίας άντεξα τις δύο από τις τρεις ώρες ενός θεάματος κουραστικού και αποτρόπαιου, εμπνευσμένου από την ιστορία του Αυστριακού αιμομίκτη και βιαστή Φριτζλ, που απέκτησε επτά παιδιά με την επί 24 χρόνια έγκλειστη κόρη του. Απλώς αναρωτήθηκα ξανά τι δεν πάει καλά και προκύπτουν αυτά τα περιστατικά διαστροφής και ανήκουστης βίας σε αυτές τις ευνομούμενες, ακμάζουσες οικονομικά, εξελιγμένες, πειθαρχημένες κοινωνίες. Πόσο δίκιο είχε ο Γκόγια: Ο ύπνος της Λογικής γεννάει τέρατα... Πηγή: kathimerini.gr 2012-08-11 |
11ο Φεστιβάλ Χορού Ελλήνων Χορογράφων (Μυρτώ Τριχείλη)
|
Με σημαιάκι την αγάπη για χορό σύγχρονο Το 11ο Φεστιβάλ Χορού του Σωματείου Ελλήνων Χορογράφων έχει αναβοσβήσει ήδη πολλές φορές τη μαρκίζα του και σιγά σιγά οδεύει προς το τέλος του, αφήνοντας άλλους θεατές απλώς χορτασμένους και άλλους με χαριτωμένες ρυτίδες απορίας στο μέτωπο. Από τις 19 Μαΐου έξι θέατρα της Αθήνας έδωσαν έδαφος στους καρπούς των εξήντα τριών ομάδων του φεστιβάλ για να ανθίσουν, να ευδοκιμήσουν και να φτάσουν στα ρουθούνια των θεατών για να μυρίσουν. Άλλες μυρωδιές διακριτικές, άλλες έντονες, άλλες ενοχλητικές, άλλες ακόμα και άοσμες, εισέβαλαν βιαστικά στο αναπνευστικό σύστημα των θεατών και τους μετέτρεψαν σε φιλότεχνα ζόμπι αιωρούμενα απ' το κυλικείο στις θέσεις και από το φουαγιέ στο παρκινγκ. Βασικός άξονας του φεστιβάλ η απόφαση του σωματείου να μην παρεμβαίνει στις επιλογές των χορογράφων, αλλά να αφήσει το κοινό να αποφασίσει σε ποιους προτίθεται να δώσει το εισιτήριο για το επόμενο βήμα. Μεγάλο πράγμα η ελευθερία και κινητήρια δύναμη για την καλλιτεχνική έμπνευση, αλλά μερικές φορές οι απεριόριστες επιλογές διαδρομών μοιάζουν να καταλήγουν σε ένα χαοτικό φοινικόδασος. Βέβαια πέρα από τα σχολιαστικά σχόλια των σχολίων και τις προσωπικές εντυπώσεις αυτό που πρέπει να αναδυθεί και να παραμείνει στην επιφάνεια είναι η μικρή ξύλινη σχεδία ενός ακόμα φεστιβάλ, που με σημαιάκι την προσπάθεια, εξακολουθεί να επιπλέει σε αυτή την βαλσαμωμένη περίοδο, σε αυτή την ασάλευτη πόλη. Όταν τα εφόδια και οι παροχές έχουν καταπνιγεί στο πουθενά, μοιάζει σχεδόν ακατόρθωτο και ηρωικό όταν ένα φεστιβάλ ενός τόσο ταλαιπωρημένου σωματείου όπως αυτό των χορογράφων να καταφέρνει και να επιβιώνει με μοναδικό άξονα την αγάπη για τέχνη και την επιθυμία επαφής με αυτή, βρίσκοντας εναλλακτικούς χορηγικούς τρόπους και ιδέες για να συνεχίζει.
Πηγή: elculture.gr
2012-07-05 |
Η επιστροφή του «Δον Κιχώτη» στην Εθνική Λυρική Σκηνή (Ανδρέας Pικάκης)
|
Ας κρατήσουμε τον χορό ζωντανό (Μαρία Μηλιοπούλου)
|
Κάθε φορά που οι μνήμες, οι σκέψεις, τα συναισθήματα θέλουν να εκφρασθούν με λόγια χάνουν τον ειρμό τους, τη ροή τους. Πόσο πιο εύκολα έβρισκαν την έκφραση τους μέσα από το χορό. Μέσα από τη μουσική. Ο κλασσικός χορός ήταν η έκφραση της μουσικής που λάτρευα, του πάθους μου, ήταν ο δίαυλος της ψυχής μου με τον κόσμο...
Το σώμα σμιλευόταν με επιμονή, πείσμα, πόνο, ιδρώτα, να γίνει το εργαλείο που θα εξέφραζε τη μουσική, το συναίσθημα, την ιδέα, το χαρακτήρα του έργου αλλά και τα νύχια της ψυχής του, το είναι του. Κουρδιζόταν σα μουσικό όργανο και εκτοξευόταν σαν βέλος στον αέρα. Ο πόνος ξεχνιόταν, η έλξη της βαρύτητας έσπαγε, μετατρεπόταν σε αέρα, ενέργεια, παλμό, πνοή.
Η Μαρία Μηλιοπούλου υπήρξε Πρώτη χορεύτρια της Εθνικής Λυρικής Σκηνής ως το 2010. Αποφοίτησε από την Επαγγελματική Σχολή Χορού της Δ. Γρηγοριάδου και παράλληλα από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών ( Πολιτικές Επιστήμες και Δημόσια Διοίκηση). Ξεκίνησε να χορεύει το 1981 στη Λυρική Σκηνή και στο ΑΕΝΑΟΝ χοροθέατρο του D. Lommel. Στην πολύχρονη καριέρα της χόρεψε πολλούς ρόλους του κλασσικού ρεπερτορίου αλλά και χορογραφίες σύγχρονων χορογράφων. Κλήθηκε και χόρεψε ως guest στην Ιταλία, Κύπρο, Βουλγαρία. Τα τελευταία τρία χρόνια υπήρξε βοηθός Διευθυντή Μπαλέτου και project manager του Μπαλέτου. 2011-12-27 Πηγή: culturenow.gr |
Το ACB ζητά εθελοντές
|
Γίνε εθελοντής της ομάδας του ACB…
2013-04-18 |
Σωματείο Χορού και Ρυθμικής / ΠΟΛ 1195/12.10.2012 Α.Υ.Ο
|
Tο Σωματείο Χορού και Ρυθμικής συστήνει την προσοχή σε όλους όσοι διατηρούν σχολή χορού και δεν έχουν ενημερωθεί από τον λογιστή τους για τη νέα εγκύκλιο ΠΟΛ 1195/12.10.2012 Α.Υ.Ο σχετικά με τις αποδείξεις, να προβούν άμεσα στην εφορία στην οποία ανήκουν. Εκ νέου σας πληροφορούμε ότι δεν ισχύει για μας η ΠΟΛ 1195/12.10.2012, γιατί υπάρχει η ΠΟΛ:1044/ 4 Μαρτίου 2013!!! Σας την παραθέτω! ΘΕΜΑ: « Τροποποίηση της ΠΟΛ 1195/12.10.2012 Α.Υ.Ο αναφορικά με την υποχρέωση υποβολής στοιχείων στη Γ.Γ.Π.Σ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 82 του Κ.Φ.Ε » (Ευχαριστούμε θερμά την κα Ε. Γεωργούδη για την άμεση ενημέρωση) Για το Σ.Χ.Ρ. Κατερίνα Αργυροπούλου Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη:
2013-03-16 |
110 χρόνια μετά | Κέντρο Μελέτης Χορού Ντάνκαν
|
Φέτος συμπληρώνονται 110 χρόνια από την πρώτη επίσκεψη των Ντάνκαν στην Αθήνα, που ολοκληρώθηκε με την επιλογή της τοποθεσίας, τον σχεδιασμό και το κτίσιμο του ιστορικού «Ναού του Χορού», όπου στεγάζεται το σημερινό Κέντρο Ντάνκαν. |







Οι εθελοντές είναι μια ζωντανή και δραστήρια ομάδα και αποτελεί ένα από τα βασικά κομμάτια του ACB.Οι γνώσεις και η εμπειρία που θα αποκτήσετε σημαντικές για τα επόμενα βήματά σας και τη συνεχή επαγγελματική σας ανάπτυξη. Μπορείτε να συμμετάσχετε στην Ομάδα μας αποκτώντας τη μοναδική ευκαιρία να συνεργαστείτε με τη χορογράφο Olivia Pickford, την καλλιτεχνική διεύθυνση και την παραγωγή της Ομάδας, εάν γνωρίζετε, αγαπάτε ή θέλετε να συνεισφέρετε σε κάτι από τα παρακάτω:
Αγαπητοί συνάδελφοι,