Πολιτική και χορευτικός αυτοσχεδιασμός (Τέτη Νικολοπούλου)

{jcomments on}

Της Τέτης Νικολοπούλου

Στην Ελλάδα η κοινότητα του σύγχρονου χορού έχει διανύσει ήδη πάνω από μισό αιώνα παρουσίας. Από τη Ραλλού Μάνου, τη Ζουζού Νικολούδη και τον Χάρη Μανταφούνη ως την Αναστασία Λύρα με τη Σχεδία, τον Κων/νο Μίχο, τον Ρήγο και τους Sinequanon με την «Άνοιξη» του ελληνικού σύγχρονου χορού πολλά άλλαξαν και πλέον φαίνεται ότι η κοινότητα εκσυγχρονίζεται στο σύνολό της και ακολουθεί τις παγκόσμιες τάσεις, τάσεις που συνδέονται ολοένα και περισσότερο με τον αυτοσχεδιαστικό χορό. Οι λόγοι πέρα από τους καθαρά χορευτικούς, και αισθητικούς και πέρα από την πρωτοτυπία του αποτελέσματος, μάλλον πρέπει να αναζητηθούν στην ανάγκη του συστήματος να ανοίξει σε τέτοιες προσεγγίσεις, προκειμένου να
κατανοήσει και να εξελίξει τόσο τον εαυτό του όσο και το κοινωνικό του περιβάλλον.


Και αντίστροφα, περιβάλλον και άνθρωποι βρίσκονται σε μία κομβική ιστορικά στιγμή όπου τίποτα δεν εξηγείται γραμμικά και με τη σχέση αίτιο-αποτέλεσμα (κάτι που έτσι και αλλιώς στη θεωρία ίσχυε από τα μέσα του 20 αιώνα) αλλά μέσα από ένα νέο δυναμικό πρίσμα αποδοχής της πολυπλοκότητας της ανθρώπινης ζωής και της νέας κοινωνικής δομής που καλείται να ακολουθήσει. Παρόλο που κάποιες ελληνικές ομάδες είχαν από νωρίς (1980) εντάξει τον αυτοσχεδιασμό στα χορευτικά τους εργαλεία ο αυτοσχεδιασμός δεν ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένος ως «καθολική συνθήκη χορού» στις παραστάσεις των ελληνικών ομάδων. Και δεν υπήρχε έως
τώρα ένα πραγματικά ευρύ κοινό που να παρακολουθεί εξ΄ ολοκλήρου παραστάσεις αυτοσχεδιασμού. Αντίθετα μάλιστα πολλές ομάδες είχαν υποστεί κριτική ακριβώς για αυτό: για την παρουσία του αυτοσχεδιασμού στις παραστάσεις τους.

Και αυτά συνέβαιναν στην Ελλάδα μέχρι πρόσφατα, παρόλο που ο αυτοσχεδιασμός είχε έντονη
παρουσία στην Ευρώπη και Αμερική από το 1960 με τις release τεχνικές, ενώ το contact improvisation, από το 1970 έως σήμερα, χρησιμοποιεί αυτό το δυναμικό μοντέλο κίνησης και στήνει ολόκληρες παραστάσεις.
Σήμερα, παρόλα αυτά, όλο και περισσότεροι έλληνες χορευτές κατανοούν τη σημασία της παρουσίας του σώματος στη δράση και αναγνωρίζουν τη δύναμή του χορευτή να δρα και να εκφράζει βαθύτερα νοήματα μέσα από μία πολύ προσωπική και σωματοποιημένη διαδικασία. Η μεγάλη αξία του αυτοσχεδιασμού φαίνεται περισσότερο στον αυτοσχεδιαστικό χορό με δύο και πάνω άτομα. Σε αυτή τη συνθήκη οι χορευτές καλούνται να αυτοσχεδιάσουν μαζί, ο χορογράφος- ηγέτης χάνει την θέση του και οι χορευτές δεν ακολουθούν δομημένα βήματα ή εντολές.

Οι αποφάσεις παίρνονται επί σκηνής και ο καθένας συμμετέχει ενεργά στη δράση. Οι ρόλοι εναλλάσσονται και το αποτέλεσμα δημιουργείται μέσα από την αντίδραση του κάθε χορευτή, τις προτάσεις του και τη διαθεσιμότητά του. Τα δίπολα άντρας-γυναίκα, δυνατός- αδύναμος, ηγέτης- εξουσιαζόμενος κ.ά χάνουν τα όρια τους. Δεν υπάρχουν. Όπως δεν υπάρχουν και τα στερεότυπα της ομορφιάς, της αρμονίας, της αρτιμέλειας, των συμβόλων κ.ά.

Η αξία της διαδικασίας αυτής είναι απεριόριστη, καθώς ο αυτοσχεδιαστικός χορός προτείνει μία «δημοκρατία» ουσιαστική, δυναμική και ανατρεπτική: πόσο χώρο καταλαμβάνω εγώ και πόσο ο άλλος; Τι προτείνω εγώ και πότε αφήνομαι να οδηγούμαι από τους άλλους; Πόσο αποδέχομαι χωρίς να κρίνω, πώς συμβάλλει ο καθένας δίκαια και αξιοκρατικά στη συλλογική διαδικασία; Απεριόριστος κατάλογος ερωτήσεων που στόχο έχουν να ανακαλύψουν τη δημιουργικότητα, την έκφραση και την επικοινωνία, καθώς και την ολότητα της ζωής που δεν αφορά τον κόσμο που «εγώ» αντιλαμβάνομαι αλλά έναν κόσμο που εμπεριέχει «εμένα» και τους «άλλους».... Η σωματική αυτή επικοινωνία που προτείνει ο αυτοσχεδιασμός με δύο και περισσότερα άτομα, αφορά σε ένα νέο όσο και πανάρχαιο τρόπο δόμησης της κοινωνίας. Το σύστημα πλέον μπορεί να δομηθεί οριζόντια και να εξελιχθεί μέσα από μία πλουραλιστική διαδικασία βασισμένη στο σώμα ως όλον.

Κάθε μέρος του συνόλου είναι απολύτως σημαντικό και η οποιαδήποτε λεπτομέρεια χρειάζεται για την πλοκή και τη δράση. Χορευτές και κοινό, αποζητούν μία πιο υποκειμενική αντιμετώπιση της τέχνης και της ζωής και διατίθενται να εκτεθούν σε μία φαινομενολογική και σωματοποιημένη προσέγγιση ενός θέματος. Ακολουθούν ακόμα και ενστικτωδώς μία «εξέλιξη», μία «οικουμενική
οικολογία» όπου η πρόταση της σωματοποίησης δείχνει να καλύπτει τα κενά που άφησε η τεχνοκρατική προσέγγιση της τέχνης, τα τελευταία χρόνια, αποζητώντας να συνδεθεί επιτέλους με αυτό που η τέχνη ούτως ή άλλως φέρει ότι υπηρετεί: το συναίσθημα.

Επιπλέον, το κοινό, καλείται να αντιληφθεί τη σημασία και της δικής του παρουσίας ώστε να λειτουργήσει υποστηρικτικά ή σαν αντίβαρο στην δράση (διάδραση). «Όλα», οι ερμηνευτές, το κοινό, οι ήχοι, το φως κάθε τι που εμπλέκεται έχει τη δική του θέση και σημασία στη διαδικασία. Στον αυτοσχεδιαστικό χορό οι χορευτές πρέπει να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι και εκπαιδευμένοι με τρόπους που να τους επιτρέπουν να διαθέτουν ένα ανοιχτό και διαθέσιμο σώμα. Η τεχνική που ο
κάθε χορευτής διαθέτει καθώς και η χορευτική του εμπειρία πρέπει να του επιτρέπουν να φτάνει σε μεγάλη κιναισθητική αφύπνιση και συνειδητότητα ώστε η κίνηση να είναι λειτουργική και ασφαλής. Οι δεξιότητες που εξελίσσει μέσα από την εκπαίδευση του στον αυτοσχεδιασμό, η οποία είναι πολύχρονη και πολύπλευρη, του δίνουν τη δυνατότητα να συνδέεται και να επικοινωνεί με τους άλλους, χορευτές, μουσικούς και κοινό με έναν πολύ ιδιαίτερο και δυναμικό τρόπο .

Η σημασία αυτής της επικοινωνίας δεν έχει ιδιαίτερο «νοηματικό» χαρακτήρα αλλά έγκειται ακριβώς στην ίδια τη σωματική εμπειρία καθώς ο πλουραλισμός του σώματος δεν μπορεί να
εξηγηθεί νοητικά και μάλλον δεν ενδιαφέρει και κανέναν. Ο καθένας οφείλει να είναι ευαίσθητος, να προσφέρει, να θέτει εαυτόν στη διάθεση του άλλου, να καταργείται και να οριοθετεί. Εκτός από τον ψυχαναλυτικό χαρακτήρα της διαδικασίας, όπου διαφαίνονται χαρακτήρες, προθέσεις και τοποθετήσεις, μεγάλη σημασία έχει η ίδια η ειλικρίνεια της διαδικασίας και οι πληροφορίες που αναδύονται από το παρόν, σωματοποιημένο και «σκέπτεσθαι κινητικά» γίγνεσθαι. Από τη στιγμή που η διαδικασία αυτή βρίσκει πρόσβαση και εγείρει ένα συναίσθημα τότε έχει πετύχει τον
στόχο της.

Η σωματοποιημένη αυτή διαδικασία είναι αρκετή για να δημιουργήσει τις συνθήκες ένωσης του σώματος με το πνεύμα, στους χορευτές πρωτίστως και στους θεατές μετά, ώστε να «ταξιδεύσουν» αμφότεροι στο πανάρχαιο «σκέπτεσθαι κινητικά γίγνεσθαι» και να θυμηθούν τη συμπαντικότητα της ύπαρξης και την ολότητα της γνώσης. Η παρουσία του κάθε χορευτή στο «εδώ και τώρα», στο «είμαι και στο κάνω» μπορεί να παρασύρει όσους εμπλέκονται να βιώσουν βαθύτερες έννοιες που
δεν μπορούν να εκφραστούν ποτέ με τα λόγια. Οι μνήμες αναδύονται και όλοι εμπλέκονται σε αυτό το ενοποιητικό βιωματικό παιχνίδι αφήνοντας το αναπαραστατικό-τεχνικό σώμα κατά μέρος.

Αυτή την εμπειρία είχαμε την ευκαιρία να βιώσουμε με δύο καθαρές παραστάσεις αυτοσχεδιασμού στο 10ο Φεστιβάλ Σύγχρονου Χορού του Σωματείου Ελλήνων Χορογράφων.

Η πρώτη ήταν η παράσταση «present bodies» η οποία ήταν μία διαδραστική παράσταση σε εξωτερικό χώρο (Μουσείο Ακρόπολης) όπου μέσα από την τεχνική του contact improvisation η υπογράφουσα το άρθρο μαζί με τους Χριστίνα Κλεισιούνη, Τίμο Ζέχα και Κω/νο Ρίζο αυτοσχεδίασαν πάνω στη μουσική και τους ήχους των Σόλι Μπάρκη και Μιχάλη Θεολογίτη. Ο ιδιαίτερος χώρος, το φως και η μουσική προσέθεσαν στην ήδη ανοιχτή διαδικασία του αυτοσχεδιασμού των χορευτών το πλαίσιο για τη δημιουργία σχέσεων. Μέσα από την ειλικρίνεια της σωματικότητας και την εμπειρία της παρουσίας τους στη δράση οι ερμηνευτές καλέστηκαν να βιώσουν ξεχωριστές ποιότητες και αποχρώσεις. Οι θεατές, στο τέλος της παράστασης, καλοδέχθηκαν την πρόσκληση να αυτοσχεδιάσουν και οι ίδιοι στον σκηνικό χώρο, γεγονός που αποδεικνύει την ανάγκη ύπαρξης τέτοιων συνθηκών έκφρασης και επικοινωνίας. Όταν δημιουργούνται τα πλαίσια οι άνθρωποι μπορούν να καταθέτουν θετικές πλευρές της ύπαρξης τους, να δημιουργούν και να βιώνουν ελευθερίες, ανάμεσα στις οποίες και τη χαρά της σωματικής και ευρύτερης επικοινωνίας.

Η δεύτερη παράσταση ήταν η παράσταση- παιχνίδι που «σκάρωσαν» η Τζένη Αργυρίου και η Σοφία Μαυραγάνη για δεύτερη φορά, στο θέατρο Όλβιο. Μετά την μεγάλη απήχηση και επιτυχία που είχε η ιδέα τους στο φεστιβάλ του ΣΕΧ την προηγούμενη χρονιά (2010) και κάτω από τον πολύ εύστοχο τίτλο « Τo be to do, to do to be» προσδιόρισαν αυτό που πραγματικά επρόκειτο να συμβεί: Προσκάλεσαν και πάλι χορευτές /χορογράφους, μουσικούς, φωτιστές και φωτογράφους
να «υπάρξουν» και να δημιουργήσουν επί σκηνής, να αυτοσχεδιάσουν, δηλαδή, ανά δύο, και όχι μόνο.... Και φέτος πάνω από 70 καλλιτέχνες έδωσαν το παρόν και συναντήθηκαν επί σκηνής, προτείνοντας, ανατρέποντας, αυτοσχεδιάζοντας.
Οι μουσικοί ακολουθούσαν ή αντιπρότειναν με τη σειρά τους δημιουργώντας επί σκηνής ένα συνεχές εδώ και τώρα (συναισθηματική ροή). Οι βραδιές εναλλάσσονταν ανάμεσα στο παιχνίδι, την πρόκληση, τον χορό, την χαρά, τη συνεργασία, τις ανατροπές και την υποστήριξη.

Πέρα από το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, όπου το κοινό και στις δύο αυτές παραστάσεις χαλάρωσε, ενεπλάκη και διασκέδασε, εστιάζω και πάλι στην πολιτική σημασία της διαδικασίας: η μεγάλη συμμετοχή των θεατών αλλά και των καλλιτεχνών που αυτοσχεδίασαν επί σκηνής δείχνει ότι υπάρχει ένα μεγάλο κοινό που αποζητά να βιώσει αυτά τα διαδραστικά θεάματα και να ακολουθήσει ένα ήδη ψαγμένο και γεμάτο δυναμική χορευτικό κοινό που ερευνά και προτείνει νέα -περισσότερο δημοκρατικά και αληθινά κοινωνικά μοντέλα. Και αυτό, πάνω από όλα,
είναι πολιτική πρόταση, δηλώνει τη δυναμική και τη ζωντάνια που υπάρχει έτσι και αλλιώς και διεκδικεί χώρο προκειμένου να ακολουθήσει ή να δημιουργήσει αλλαγές.

Βιβλιογραφία:
Bloom, L.A., & Chaplin, L.,T. (1988). The moment of movement: Dance
improvisation, London: Dance Books

Celichowska, R. (1999). Excerpts from “the body is a clear place” Movement
Research, 18, 5-6

Critien, N.& Ollis, S. (2006). Multiple engagement of self in the development of
talent in professional dancers, Research in dance Education, 7(2), 79-200

Best, D. (1999). Dance before you think, Dance Education and Philosophy, 7, 101-121

Fortin, S & Siedentop, D. (1995). The interplay of knowledge and practice in dance teaching: What can we learn from non traditional teacher. Dance research, 27(2), 3-15

Fortin, S. (1998). Somatics: Α Τool for Εmpowering Modern Dance Teachers, in S.B.Shapiro, Dance Power and Difference (1, 49-69), USA: Human Kinetics

Fortin,S., Long,W., & Lord, M. (2002). Three voices: researching how somatic education informs contemporary dance technique classes, Research in dance Education, 3(2), 155-179

Foster, S.L. (2003). Dancing bodies. In J.C.Desmond, Meaning in Motion: Νew Cultural studies of Dance (3rd, 235-257), Durham&London: Duke University Press

Foster, S.L. (2003). Dancing bodies. In J.C.Desmond, The Meaning in Motion : (3rd, 236-257). London : Duke University Press

Franklin, E. (1996). Dance imagery for technique and performance. USA: Human  Kinetics

Hefferson, K.M., Ollis, S. (2006). Just clicks an interpretive phenomenological analysis of professional dancers’ experience of flow, Research in dance Education, 7(2), 141-159

Μακρυνιώτη, Δ. (2004). Εισαγωγή στο Τα όρια του Σώματος: Διεπιστημονικές Προσεγγίσεις, (11-73). Αθήνα: Νήσος

Markula, P. (2006). Dance as performative qualitative, Journal of Sport& Social Issues, 30(4), 353-363

Moe,V.F. (2005). Α philosophical critique of classical cognitivism in sport: from information process to bodily background knowlegde, Journal of the Philosophy of Sport, 32, 155-183

Νοvack, C,J. (1990). Sharing thw dance contact improvisation and American culture.
USA: the University of Wisconsin Press

Sheets- Johnstone, M.(1999). The primacy of movement. Amsterdam/ Philadelphia:
John Banjamins Publishing Company

2011-08-09


Last modified on Τρίτη, 09 Αυγούστου 2011 11:05

Follow Us