Displaying items by tag: Keersmaeker
Anne Teresa de Keersmaeker/Rosas: En attendant…(Σοφία Αθανασίου)
|
Δυόμισι χρόνια μετά την τελευταία τους εμφάνιση στη χώρα μας, η βελγίδα χορεύτρια και χορογράφος, Αν Τερέζα ντε Κεερσμάκερ, από τις πλέον διακεκριμένες δημιουργούς του σύγχρονου χορού, και οι Rosas, σταθερός συνοδοιπόρος της χορογράφου, απ’ την ίδρυση της ομάδας το 1983, ήρθαν και πάλι, αυτή τη φορά στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών. Όπως και το 2009, στο πλαίσιο του φεστιβάλ Αθηνών, η Κεερσμάκερ ήρθε με δύο παραγωγές: το “Fase” του 1982, έργο – σταθμό στην καριέρα της, χάρις στο οποίο απέκτησε διεθνή φήμη δύο μόλις χρόνια μετά το πρώτο της έργο (το Fase παρουσιάστηκε στη Στέγη στις 28 &29/2) και το “En attendant”, το οποίο έκανε πρεμιέρα το 2010, στο φεστιβάλ της Αβινιόν, στην αυλή του μοναστηριού Cloître de Célestins, λίγο πριν τη δύση του ηλίου. Στη Στέγη παρουσιάστηκε στις 2, 3, και 4/3/ 2012.
Είναι οι πρώτοι στίχοι της μπαλάντας “En attendant m’ estuet” του Philippus da Caserta, βασικού εκπροσώπου της ars subtilior, μιας μουσικής φόρμας του ύστερου Μεσαίωνα, που ξεκίνησε από την Αβινιόν της νότιας Γαλλίας, πέρασε στη γειτονική Ισπανία κι έφτασε μέχρι και την Κύπρο. Ακόμη κι αν δεν γνωρίζει κανείς τίποτα για την περίοδο απ’ όπου έρχεται η μουσική, η οποία ανοίγει αυτή την παράσταση με το χορό να εισέρχεται σε δεύτερο χρόνο, αρκούν οι πρώτες νότες για να βυθιστεί στο μελαγχολικό, μυστικιστικό σύμπαν του Μεσαίωνα. Καταλαμβάνοντας σταδιακά τη σχεδόν άδεια σκηνή (ελάχιστα τα σκηνικά αντικείμενα), οι οκτώ χορευτές/τριες των Rosas, με λιτά μαύρα ρούχα, «ενσαρκώνουν» με το χαρακτηριστικά λεπταίσθητο τρόπο της διδασκαλίας της Κεερσμάκερ την ιδιαιτέρως σύνθετη τριφωνία της ars subtilior. Κατά το μουσικό πρότυπο, η χορογραφία στίζεται από μοτίβα: αναπτύσσονται επαναληπτικά διάφοροι σχηματισμοί μεταξύ των χορευτών (παράλληλα τρίο, ντουέτα και σόλο), οι οποίοι καταλήγουν σ’ ένα σύμπλεγμα που θυμίζει σωρό από πτώματα, πηγαίνοντάς μας πίσω, στις ιστορικές καταβολές της ars subtilior στα τέλη του 14ου αιώνα. Είναι η εποχή που σημαδεύεται απ’ το στίγμα του «Μαύρου Θανάτου» (Black Death), όπως έμεινε στην ιστορία η πανδημία της πανώλης που βύθισε στο ζόφο του θανάτου όλη την Ευρώπη, αποδεκατίζοντας τον πληθυσμό της. Παράλληλα μαίνεται ο εκατονταετής πόλεμος και γίνεται το Μεγάλο Σχίσμα της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας- η παπική έδρα μεταφέρεται στην Αβινιόν (γενέθλια γη της ars subtilior) και για πρώτη φορά στην ιστορία της δυτικής εκκλησίας υπάρχουν περισσότεροι του ενός πάπα, οι οποίοι ερίζουν για τη νομιμότητα της εκλογής τους, επιφέροντας βαρύτατο πλήγμα σ’ ένα θεσμό που έμοιαζε ακλόνητος. Αγωνία, κατακερματισμός, πόλωση, παρακμή: ο επιθανάτιος ρόγχος μιας εποχής, που ηχεί αρκετά οικείος… Αλλά και το κλάμα αυτής που γεννιέται: οι χορευτές ξεγλιστρούν απ’ την ακίνητη μάζα, τα σώματα ξαναβρίσκουν το περίγραμμά τους κι αρχίζει εκ νέου η αγωνία της ζωής, μέσα από τη συμπόρευση, τη σύγκρουση και τη μοναξιά. Μουσική και χορός δεν συνδιαλέγονται σταθερά κατά τη διάρκεια του έργου. Αρκετές φορές οι δύο τέχνες διαχωρίζονται, σαν η μία να περιμένει (en attendant) την άλλη: οι χορευτές χορεύουν στη σιωπή ή υπό τους ήχους της «άγριας» μουσικής της ζωής που δημιουργούν οι ίδιοι, με τις ανάσες τους και τις κινήσεις των ποδιών, για να παραδώσουν τη σκυτάλη στους τρεις μουσικούς και την ερμηνεύτρια που εκτελούν τα πολύπλοκα έργα της ars subtilior και τ’ ανάπαλιν. Για όσους παρακολουθούν την πορεία της, η οποία φέτος συμπληρώνει τα τριανταδύο χρόνια, η σημασία που αποδίδει η Κεερσμάκερ στη μουσική είναι γνωστή. Σε όποιο είδος και να καταλήγει η έρευνά της, κλασσική μουσική (τις περισσότερες φορές) αλλά και τζαζ, ινδική ράγκα, τραγούδια των Βeatles ή της Baez, η μουσική δεν αποτελεί ποτέ «επένδυση» ή μετρικό «βάθρο» της κίνησης αλλά ισότιμο συνομιλητή με την τέχνη του χορού. Η οργανική θέση της μουσικής στις χορογραφίες της εντάσσεται στα πλέον, αν δεν αποτελεί το πλέον χαρακτηριστικό γνώρισμα του έργου της. Ακόμη κι η ίδια ωστόσο, ξεχωρίζει το En attendant ως προς τη σχέση μεταξύ των δύο τεχνών: «Ποτέ δεν ήμουν πιο κοντά με τη μουσική απ’ό,τι στο En attendant … Μια νότα, ένα βήμα, μια φωνή, ένας χορευτής», λέει στη συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα ‘Le figaro’, στις 07/12/2010. Για το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης όμως, αυτή η «εγγύτητα» φαίνεται να αποβαίνει απειλητική για το χορό: η μουσική μοιάζει να παίρνει ή μάλλον να διατηρεί τα σκήπτρα ως προς την εκφραστικότητα και τη δραματική ένταση, καθιστώντας τους Rosas ένας είδος corps de ballet, που πλαισιώνει, αναδεικνύει κι αναδιπλασιάζει το εξαίσιο λυρικό «σώμα» που πρωταγωνιστεί. Παρά τη συστηματική διερεύνηση των ποικίλων μουσικών ιδιωμάτων, συγχρονικά και διαχρονικά κατά την πολυετή πορεία της, η χορογράφος είχε αποφύγει τη μεσαιωνική μουσική, όπως η ίδια αναφέρει μιλώντας για την πρόσφατη μουσική της «ανακάλυψη» (το σχετικό απόσπασμα βρίσκεται στο πρόγραμμα της Στέγης). Είναι λοιπόν ο ενθουσιασμός μπροστά σε μια αναπάντεχη αποκάλυψη το αίτιο αυτής της μετατόπισης; Είναι ο εγκεφαλικός χαρακτήρας και η βαθιά σχέση με τη Λογική της ars subtilior, που συνεπήρε μια δημιουργό που επανειλημμένως έχει αναφερθεί στη γοητεία που της ασκούν τα μαθηματικά και η γεωμετρία; Ή η «μεταφύτευση» του έργου από το φυσικό του χώρο, τον ανοιχτό χώρο του μεσαιωνικού μοναστηριού, κλόνισε τη συμμετρία του; Οδεύοντας προς το τέλος της παράστασης, τα ερωτήματα αυτά θαμπώνουν μαζί με τα φώτα και χάνονται μέσα στη σκόνη και το χώμα που φαίνεται πλέον ότι έχει καλύψει τη σκηνή, καθώς οι χορευτές άπλωναν σιγά σιγά, εκτελώντας τη χορογραφία, τη λεπτή γραμμή σαν από χώμα, που οροθετούσε το σκηνικό χώρο στην αρχή της παράστασης. Μέσα σ’ ένα πολλαπλό μεταίχμιο, μεταξύ ουρανού και γης, μέρας και νύχτας και πάνω στο βασικό υλικό που μετέχει της ζωής όσο και του θανάτου, η διαδικασία της ζύμωσης των τεχνών ολοκληρώνεται, φθάνοντας σ’ ένα εικαστικό αποτέλεσμα απόκοσμης ομορφιάς. Με μέσο το σώμα, η Κεερσμάκερ αποκαλύπτει στο κοινό την eyemusic, τα «μυστικά» σύμβολα που βρίσκονται στις παρτιτούρες της ars subtilior, προορισμένα μόνο για τα μάτια των «ειδικών», των μουσικών δηλαδή και των ερμηνευτών. Οι χορευτές, κάποιοι απ’ αυτούς γυμνοί, εκτελούν solo, με τη σιωπή και τη μουσική να εναλλάσσονται και πάλι, δημιουργώντας εικόνες που θυμίζουν πίνακες του φλαμανδού Ρέμπραντ, μέχρι που το σκοτάδι βαθμιαία κυριαρχεί. Λίγες στιγμές μετά, η ονειρική ατμόσφαιρα διαλύεται απ’ το παρατεταμένο χειροκρότημα των θεατών. En attendant το τέλος λοιπόν… Κι αναμένοντας, αναδύεται η «πιο εκλεπτυσμένη τέχνη» (μτφ της ars subtilior).
Σοφία Αθανασίου για το Dancetheater.gr 2012-04-14 |
Αναμένοντας (En attendant) είμαι καταδικασμένος να υπομένω οδυνηρά βάσανα/ Ζω μαραζώνοντας: αυτή είναι η μοίρα μου…