Ύψιλον | Αγγελική Στελλάτου "μικρές ζωές" (Dancetheater.gr) Μάιος 2013
Η συνέντευξη τής Αγγελικής Στελλάτου δόθηκε τον Μάιο τού 2013, με αφορμή την παράσταση "Μικρές Ζωές".
Αμάλγαμα | Μαρία Γοργία (Dancetheater.gr) Μάρτιος 2013
Η Μαρία Γοργία μιλά στο Dancetheater.gr για την παραγωγή «Το στρώμα»Πιστεύεις ότι είναι μια καλή χρονική στιγμή για να ζει κάποιος στην Ελλάδα ? Εσύ σε ποια χρονική περίοδο Θα επέλεγες να ζήσεις (στην Ελλάδα) εάν μπορούσες να επιλέξεις?
Δυστυχώς ως γυναίκα, δε θα μπορούσα να επιλέξω καμία άλλη περίοδο για να ζήσω, καθώς η πορεία της χειραφέτησης της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία αλλά και στο δυτικό κόσμο γενικότερα, βρίσκεται στο ανώτερό της στάδιο σήμερα. Βεβαίως, θέλω να πιστεύω ότι θα συνεχιστεί η ανοδική της πορεία γιατί δεν έχει ακόμα φτάσει σε επίπεδα ολοκληρωμένης ισότητας. Θα ήθελα ίσως να είχα ζήσει τη δεκαετία του 60, αλλά όχι στην Ελλάδα. Θα προτιμούσα να είχα ζήσει ως 20άρα τη δεκαετία αυτή στη Νέα Υόρκη ή στο Παρίσι. Στην Ελλάδα, είναι παρανοικό ίσως αυτό που θα πω, αλλά θα ήθελα να είχα ζήσει για λίγο στα χρόνια της Αντίστασης... Μέσα από το έργο σου Το στρώμα Προτείνεις, Καταγράφεις, Αναδεικνύεις, Στοχάζεσαι? Μέσα από το έργο «Το στρώμα» δεν προτείνω! Ρίχνω φως (με το δικό μου φακό βέβαια) στην πολιτικοκοινωνική ιστορία της Ελλάδας, από τη στιγμή που ιδρύεται το 1ο ανεξάρτητο Ελληνικό Κράτος μέχρι σήμερα. Κάνω μια προσωπική επιλογή κεντρικών πολιτικών φυσιογνωμιών και δη ανδρών, και άλλοτε με τραχύ κριτικό βλέμμα, άλλοτε με απλή έκθεση, άλλοτε με χιούμορ, στοχεύω στην αφύπνηση και στον αναστοχασμό του κοινού.Γιατί ένα στρώμα και όχι ένα τραπέζι ή μία καρέκλα? Το στρώμα είναι η γη, η χώρα, είναι ο τόπος που μας γέννησε και μας μεγάλωσε (ή μόνο μας μεγάλωσε). Είναι ό,τι νομίζουμε πως μας ανήκει. Είναι αυτό που παράγει, δημιουργεί αλλά και καταστρέφεται από εμάς. Το συγκεκριμένο (ελληνικό) στρώμα είναι βασανισμένο! Γεννά καρπούς, πολέμους, έρωτες, πολιτικές φυσιογνωμίες αλλά και σώματα λαών. Βιάζεται, παίρνει φωτιά, γίνεται λιβάδι που φιλοξενεί καρπούς και ζώα, κρεβάτι, γραφείο, πολιτικό βάθρο, «ασθενής».. Το στρώμα δεν υπάρχει ποτέ μόνο του! Είναι εκεί πάντα σε σχέση με τον performer Σταύρο Αποστολάτο και αναδεικνύει τη σχέση του ανθρώπου με τον τόπο ύπαρξης του. Είναι στρώμα και όχι τραπέζι ή καρέκλα γιατί σημειολογικά ταιριάζει περισσότερο με τα παραπάνω νοήματα. Γιατί επιλέγεις τον Σύγχρονο χορό σαν μέσο έκφρασης και όχι κάποιο άλλο είδος χορού (κλασικός χορός, jazz , hip-hop Παραδοσιακοί χοροί) Παρόλα αυτά, χρησιμοποιώ σε έργα μου και άλλες τεχνικές.Για παράδειγμα, στο Μαμά 2U, έχω χρησιμοποιήσει σε αρκετές σκηνές το κινητικό λεξιλόγιο του μπαλέτου. Αυτό συμβαίνει όταν εκμεταλλεύομαι τη σημειολογική σχέση μιας τεχνικής για να κάνω ένα σχόλιο ή για να δημιουργήσω μια έντονη αντίθεση που θα ερεθίσει κατά κάποιον τρόπο και θα ξυπνήσει τον προβληματισμό του κοινού. Έτσι στο Μαμά 2U, τα πλάσματα-αρσενικά ζώα, γινόμενα άντρες-στρατιώτες από τη μητέρα (και συγκεκριμένα την ελληνίδα μητέρα), χορέυουν ένα αναγεννησιακό-θηλυπρεπές σχεδόν μπαλέτο. Τι θα ήθελες για μετά? Για μετά θα ήθελα να μπορώ να συνεχίσω να χορογραφώ, να σκέφτομαι δημιουργικά, να προβληματίζομαι και να ελπίζω. Με την αρχή της νεάς σεζόν θα αρχίσω πρόβες για ένα καινούριο έργο. Με γνώμονα την πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα, το έργο θα ξεκινά από το “σήμερα” και θα προσανατολίζεται προς το γειτονικό “αύριο” του ελληνικού κυρίως, αλλά και ευρωπαικού γίγνεσθαι. Οι πρεκάριοι (precaires) θα είναι οι πρωταγωνιστές αυτού του έργου. Στη νέα αυτή τάξη που δημιουργείται στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως, η ανασφάλεια και η έλλειψη αυτοπροσδιορισμού σε όλους τους τομείς της ζωής, θα φθείρει τους πρεκάριους διαρκώς σωματικά, ψυχικά και πνευματικά. Τα άγχη και οι φόβοι τους θα είναι οι αφοσιωμένοι εραστές τους. Η «κόλαση απουσίας εγγυήσεων» (Guattari and Negri)θα τους μαραζώνει επίμονα. Το νέο έργο θα εκφράσει μέσω της κίνησης, του λόγου, της εικόνας (βίντεο) και του αντικειμένου την ατμόσφαιρα της κυριαρχίας της επισφάλειας.
Το στρώμα: Ο βασικός δομικός ρυθμός της ιστορίας της νεότερης Ελλάδας, από το έτος 1827 που δημιουργήθηκε το Ελληνικό Κράτος μέχρι σήμερα, αποτελεί αφετηρία και πλούσια πηγή έμπνευσης για το νέο έργο της ομάδας Αμάλγαμα. Ένας άντρας και ένα στρώμα ύπνου αποπειρόνται να εκφράσουν τη σχέση του ανθρώπου με τη χώρα όπου ζει, (είτε γεννήθηκε είτε όχι σε αυτή) παράγει αλλά και καταστρέφει. Σύλληψη-Χορογραφία: Μαρία ΓοργίαΕρμηνεία: Στάυρος Αποστολάτος Βίντεο: Βάνα Κωσταγιόλα, Μαρία Γοργία, Περικλής Μαθιέλης Σκηνικά-Κοστούμια: Μαρία Γοργία, Σταύρος Αποστολάτος Παραγωγή: Ομάδα Χορού Αμάλγαμα 2013-04-02 |
Και όμως κινείται «Το σωματίδιο του Θεού» (Dancetheater.gr) Φεβρουαρίος 2013
Η ομάδα "Κι όμως κινείται" μιλά στο Dancetheater.gr για την νέα της παραγωγή «Το σωματίδιο τού Θεού» |
Ακραμ Καν: Αναζητώντας την ταυτότητα (Το Βήμα) Δεκέμβριος 2012
|
Η παράσταση «Desh» και στην Αθήνα - Επιστροφή στις ρίζες που μας βοηθάει να αναρωτηθούμε για το ποιοι είμαστε Στον πέμπτο όροφο του Sadler's Wells, του ιστορικού θεάτρου στη συνοικία Ισλινγκτον του Λονδίνου. Ο χορευτής και χορογράφος Ακραμ Καν φθάνει με καθυστέρηση μιας ώρας στο ραντεβού μας. Ζητάει συγγνώμη. Ερχεται από τα προάστια, όπου κατοικεί, για λίγο καλύτερη ατμόσφαιρα για τον ίδιο αλλά κυρίως για το παιδί του. Φοράει μπορντό παντελόνι, φούτερ με κουκούλα, μοιάζει με σκέιτερ. Είναι ίσως ο πιο αναγνωρίσιμος χορευτής στη Βρετανία, ιδιαίτερα μετά τη συμμετοχή του στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου το περασμένο καλοκαίρι, στο θέαμα του Ντάνι Μπόιλ που θεωρήθηκε καλλιτεχνικό επίτευγμα.
Το προηγούμενο βράδυ στην κεντρική σκηνή του Sadler's Wells έχουμε παρακολουθήσει το «Desh», ένα αυτοβιογραφικό one man show, όπου ο Ακραμ Καν, με τη βοήθεια του βίντεο ανιμέισον και της ψηφιακής τεχνολογίας, επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο της οικογένειάς του, το Μπανγκλαντές, για να μιλήσει τελικά για την ταυτότητα και την πρωταρχική φύση του ανθρώπου, για το νερό και το χώμα.
Αποθεώνεται, όπως κάθε φορά που παρουσιάζει αυτό το θέαμα, από τότε που έγινε η παγκόσμια πρεμιέρα του, στις 15 Σεπτεμβρίου 2011, στο Λέστερ. Είναι η πρώτη φορά που χορεύει μόνος του στη σκηνή, αλλά αυτό το τόσο προσωπικό θέαμα δεν θα μπορούσε να το χορέψει κανείς άλλος ή δεν θα μπορούσε να το μοιραστεί με κανέναν άλλο, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν σε άλλες χορογραφίες, με τον Σίντι Σερκαουί, τη Συλβί Γκιλέμ ή τη Ζυλιέτ Μπινός.
Στο «Desh», μέσα σε ένα ηχητικό φόντο από φυσικούς ήχους, δαιμονικά κορναρίσματα και την ευρηματική μουσική της Ζόσλιν Πουκ, όπου το «Αβε Μαρία» και το «Αλληλούια» ταιριάζουν απόλυτα με τις κλίμακες της ανατολικής μουσικής, ο Ακραμ Καν μετατρέπει το προσωπικό του ταξίδι σε αρχετυπικό μύθο. Τον είδα σαν επικό ήρωα, σαν Προμηθέα, και την επόμενη μέρα, στη συνάντησή μας, του το λέω. «Είμαι συνδεδεμένος με τη μυθολογία και τη διαβάζω με έναν προσωπικό τρόπο» απαντάει.
Εργο-ταυτότητα Ο ίδιος έχει τους προσωπικούς μύθους του. Είναι τα ελληνικά γλυπτά. Είναι οι κακοί ήρωες, οι bad heroes. Είναι η Ματίλντα και ο Τζόνι Ντεπ. Είναι ο κόσμος του σινεμά και των κόμικς. Είναι ο Πίτερ Μπρουκ, ιδιαίτερα ο Μπρουκ της «Μαχαμπαράτα», αλλά και ο Ρομπέρ Λεπάζ, είναι ο Μπρους Λι, ίσως γιατί πιστεύει πως το σώμα μιλάει. Ο ίδιος είναι ταχύτατος στη σκηνή, με πολύ υψηλή τεχνική και φανερή μια εκπαίδευση που στηρίζεται σε οπτικά στοιχεία. Διαβάζει φιλοσοφία και μέσα από την όλη στάση του είναι ένας καλλιτέχνης διανοούμενος.
Αν τον ρωτήσεις τι θεωρεί τον εαυτό του, Βρετανό ή Μπανγκλαντεσιανό, απαντάει χωρίς δισταγμό «Βritish». Αναγνωρίζει ότι είναι δημιούργημα της βρετανικής πολυπολιτισμικής κοινωνίας, που είναι ανοιχτή και παίρνει ρίσκα. Επιμένει στο τελευταίο. Θεωρεί ότι σήμερα μόνο στη Βρετανία αναλαμβάνονται ρίσκα στον χώρο του πολιτισμού, ενώ άλλες κοινωνίες, όπως για παράδειγμα η Αμερική, επιστρέφουν σε συντηρητικές επιλογές από τον φόβο μήπως χάσουν χρήματα. Στο Λονδίνο το καταλαβαίνεις. Είναι και πάλι η μεγάλη διεθνής μητρόπολη. «Είμαι Βρετανός και στέκομαι σαν παρατηρητής απέναντι στην κουλτούρα καταγωγής της οικογένειάς μου».
Ο Ακραμ Καν γεννήθηκε στη Βρετανία και για χρόνια αρνιόταν να επισκεφθεί τη χώρα καταγωγής της οικογένειάς του. Την επισκέφθηκε πρόσφατα για τις ανάγκες του «Desh». Εμεινε εκεί δέκα ημέρες με τους συνεργάτες του, προσπαθώντας να συγκεντρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες από τη φύση και τους ανθρώπους - πληροφορίες που μετατρέπονται σε ποίηση και οπτικές εικόνες στο «Desh».
Αμήχανος μπροστά σε αυτή την κουλτούρα με την οποία αρνιόταν επί χρόνια να συνδεθεί, ο Ακραμ Καν ήρθε αντιμέτωπος με τα νέα στερεότυπα. Μας λέει μια συγκλονιστική ιστορία. Σε ένα χωριό πλησιάζει για να μιλήσει και να καταγράψει στο iphone του ένα παιδί με γυμνά πόδια και εμφανώς πεινασμένο. Το παιδί, βλέποντας το iphone του Ακραμ, βγάζει κι αυτό από την τσέπη του το δικό του iphone. Η φτώχεια μαζί με την τεχνολογία, μια εικόνα συμβίωσης και ταυτόχρονα μια ιστορία επιβίωσης.
Με το «Desh» ο Ακραμ Καν συμφιλιώθηκε με την κουλτούρα των γονιών του, της μητέρας του αλλά και του πατέρα του. Και μέσω της δικής του αναγνώρισης ως βρετανού και διεθνούς καλλιτέχνη αναγνωρίστηκε και από την πολυάριθμη κοινότητα του Μπανγκλαντές στη Βρετανία. To «Desh» είναι η ταυτότητα του Ακραμ Καν. Αλλά είναι και η ταυτότητα όλων μας. Είναι η βαθύτερη ερώτηση του ποιοι είμαστε.Λονδίνο, Μπανγκλαντές, Αθήνα
Θα γύριζε ποτέ στο Μπανγκλαντές ο Ακραμ Καν; Η ερώτηση είναι ευθεία και η απάντηση κατηγορηματική. «Δεν θα μπορούσα να ζήσω στο Μπανγκλαντές ή στην Ινδία γιατί απουσιάζουν οι υποδομές». Βρίσκει την ασιατική τέχνη του χορού naïve και την ινδική κουλτούρα πολύ μελοδραματική. Σε κάποια αποστροφή του λέει ότι δεν θα μπορούσε να ζήσει ούτε στην Ελλάδα ακριβώς για τον ίδιο λόγο, για την απουσία υποδομών στον χορό. Οσο κι αν δεν μας αρέσει η απάντησή του, μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ποια είναι η κατάστασή μας σε αυτόν τον χώρο. Και σαν να θέλει να μετριάσει κάπως την απογοήτευσή μας, συμπληρώνει ότι μπορεί να μην έχουμε υποδομές, έχουμε όμως καλούς χορευτές με πολύ ταμπεραμέντο, όπως η Λίντα Καπετανέα ή ο Ηλίας Λαζαρίδης. Ομολογεί ότι εμπνεύστηκε από την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 αλλά δεν γνωρίζει τον Δημήτρη Παπαϊωάννου. Εχει χορέψει στην Αθήνα και θυμάται με τρόμο το Ηρώδειο, όπου χόρεψε με τη Συλβί Γκιλέμ: τον φόβο που του προκάλεσε η μεγάλη κλίμακα του ρωμαϊκού ωδείου. Θεωρεί την Αθήνα complicated place αλλά επιστρέφει με χαρά για να χορέψει το «Desh» στη σκηνή της Στέγης.
Του Νίκου Μπακουνάκη| Πηγή :Το Βήμα.gr
2012-12-10
|
Μαρία Κουσουνή - Νοέμβριος 2012
Στέισυ Πρίκετ (Ενθέματα-Αυγή) Οκτώβριος 2012
|
Συνέντευξη στην Έλενα Πατρικίου H Stacey Prickett διδάσκει ιστορία του χορού στο Πανεπιστήμιο του Roehampton. Την Κυριακή 4 Νοεμβρίου, μίλησε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στην ημερίδα με τίτλο «Σώμα σε Κρίση» (στην ημερίδα, οργανωμένη από τον Σύνδεσμο Υποτρόφων του Ωνασείου, μίλησαν και οι: Γ. Πετραλή, Π. Φαραντάκης, Θ. Σακελλαριάδης, Ε. Λέμη, Αικ. Ντινοπούλου, Ε. Αντάπαση, Μ. Παπαδημητρίου, Λ. Αμπατζή, Σ. Λύκου, Μ. Ανθυμίδου, Στ Κωνσταντακόπουλος, Ι. Κονδύλη, Κ. Αρβανιτάκης, Ν. Χασσιώτη, Έ. Πατρικίου, St. Maher, Στ. Τσιντζιλώνη). Η Πρίκετ, έχοντας μελετήσει ιδιαίτερα την περιπέτεια της γέννησης του μοντέρνου χορού στην Αμερική και τη Γερμανία, μας μιλάει για μια τέχνη που ξεπήδησε μέσα στην κρίση του Μεσοπολέμου, αφομοιώνοντας πλήρως τις αντιφάσεις της περιόδου. Αναπαράσταση του σώματος με όργανο το σώμα του χορευτή, ο μοντέρνος χορός πορεύτηκε μέσα στις επαναστάσεις και τις κρίσεις που συντάραξαν τις δυτικές κοινωνίες, απορροφώντας τις νέες ιδέες και προσφέροντας νέους τρόπους έκφρασης και, ίσως, ύπαρξης, στα σώματα των αντρών και των γυναικών του 20ού αιώνα. Η περιπέτεια της γέννησης του μοντέρνου χορού H Stacey Prickett διδάσκει ιστορία του χορού στο Πανεπιστήμιο του Roehampton. Η Πρίκετ, έχοντας μελετήσει ιδιαίτερα την περιπέτεια της γέννησης του μοντέρνου χορού στην Αμερική και τη Γερμανία, μας μιλάει για μια τέχνη που ξεπήδησε μέσα στην κρίση του Μεσοπολέμου, αφομοιώνοντας πλήρως τις αντιφάσεις της περιόδου. Αναπαράσταση του σώματος με όργανο το σώμα του χορευτή, ο μοντέρνος χορός πορεύτηκε μέσα στις επαναστάσεις και τις κρίσεις που συντάραξαν τις δυτικές κοινωνίες, απορροφώντας τις νέες ιδέες και προσφέροντας νέους τρόπους έκφρασης και, ίσως, ύπαρξης, στα σώματα των αντρών και των γυναικών του 20ού αιώνα. Πηγή: Ενθέματα της Κυριακάτικης Αυγής (enthemata.wordpress.com/) 2012-11-05 |
Michèle Anne De Mey - Συνέντευξη στην Ναταλί Χατζηαντωνίου
Ο χορός θέλει θεατές περίεργους, όχι μυημένους
«Το ανθρώπινο σώμα; Είναι η ουσία της σημαντικότερης "ποιότητας" στον χορό», απαντά στο τηλέφωνο η ευγενική αλλά κοφτή φωνή. Καμία ερώτηση, ούτε καν η απλούστερη, δεν έχει αποσπάσει μέχρι στιγμής «εύκολες» απαντήσεις. Ακόμα κι όταν η Βελγίδα Μισέλ Αν ντε Με καταλήγει στο αυτονόητο, η σκέψη της έχει ακολουθήσει απρόβλεπτη διαδρομή. Που σημαίνει ότι η συζήτηση μαζί της, ως πρώτη «αναγνωριστική» επαφή προτού να δούμε την, ενταγμένη στο Φεστιβάλ Αθηνών, παράστασή της «Sinfonia Eroica» (Πειραιώς 260, 9-11 Ιουνίου), μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για μια πολύ σκεπτόμενη δημιουργό. Την ξέραμε βέβαια με την ιδιότητα της εμβληματικής χορεύτριας στο ξεκίνημα μιας άλλης, κορυφαίας Βελγίδας χορογράφου, της Αν Τερέζα ντε Κεερσμάακερ -την οποία επίσης υποδέχεται φέτος το Φεστιβάλ. Αλλά αυτή είναι η πρώτη φορά που το ελληνικό κοινό θα γνωρίσει την Ντε Με ως χορογράφο. Και μάλιστα κατά τον καλύτερο τρόπο. Η, εμπνευσμένη από την «Ηρωική» του Μπετόβεν, «Sinfonia Eroica» είναι έργο-κλειδί στην εξέλιξη της καριέρας της -που ξεκίνησε από τη σχολή (Mudra) του Μορίς Μπεζάρ στις Βρυξέλλες. Στα 50 της, ήδη σημείο-αναφοράς της σύγχρονης βελγικής χορευτικής σκηνής, η Ντε Με είναι και μία εκ των τεσσάρων συνδιευθυντών του Charleroi/Danses, Χορογραφικού Κέντρου της Γαλλικής Κοινότητας του Βελγίου (που ετοιμάζεται μάλιστα για την πρώτη του συμπαραγωγή με την Comedie Francaise). Οι άλλοι είναι ο Πιερ Ντρουλέρ, ο Βενσέν Τιριόν και ο αδελφός της, συνθέτης και κινηματογραφιστής Τιερί ντε Με. Οι δυο τους συνεργάζονται χρόνια, έχοντας διερευνήσει και κινηματογραφικά τη σχέση σινεμά-χορού. Κατά τα άλλα... Η «Sinfonia Eroica» είναι έργο-κλειδί στη δουλειά σας. Αν κρίνουμε από τις φωτογραφίες, έχουν δίκιο όσοι συστήνουν τη «Sinfonia Eroica» ως έργο για «τη χαρά του χορού και των σωμάτων...» «Το δημιούργησα το 1990. Δεν ήταν η πρώτη μου χορογραφία, αλλά ήταν η πρώτη που έκανα για την ομάδα μου. Αποδείχτηκε και εξαιρετικά τυχερή για την πορεία μου. Το 2006, όταν ανέλαβα συν-διευθύντρια στο Charleroi, αποφάσισα να δώσω νέα πνοή. Ηταν άλλωστε η στιγμή να ενταχθεί και κάτι δικό μου στο ρεπερτόριό μας. Επέστρεψα στη "Sinfonia Eroica", αποφασισμένη να μην αναπαραγάγω την παλιά παράσταση. Διατήρησα τους βασικούς της άξονες και επέλεξα καινούρια διανομή χορευτών, προσθέτοντας δύο ρόλους. Παρέδωσα στους χορευτές το κινησιολογικό μου υλικό σαν να έχει δημιουργηθεί για εκείνους (το έργο άλλωστε εξαρτάται πολύ από την προσωπικότητά τους). Προσπάθησα να μην εξορίσω τις αποχρώσεις που είχε η "Sinfonia" ως έργο νεότητας, αλλά και να μην παραμείνω προσκολλημμένη στην αρχική εντύπωση. Με το καινούριο καστ περιοδεύσαμε επί 2,5 χρόνια. Φέτος, όμως, επέστρεψα στην αρχική, πρότυπη εκδοχή της χορογραφίας. Αυτή θα παρουσιάσω στην Ελλάδα». Γιατί επιλέξατε τη συγκεκριμένη (Τρίτη ή «Ηρωική») Συμφωνία του Μπετόβεν; «Ερωτεύτηκα κεραυνοβόλα τον Μπετόβεν και την Τρίτη Συμφωνία το 1984. Την άκουσα στη διασκευή που είχε κάνει ο Ντίλαν. Γοητεύτηκα απέραντα. Ηταν μια πρόσκληση σε χορό. Σκέφτηκα πως είναι ακριβώς ό,τι πρέπει για να υποστηρίξουμε μια νέα χορογραφική γραφή. Λίγο μετά, στις μουσικές μου επιλογές προστέθηκε και η Ουβερτούρα από τη νεανική όπερα "Βαστιανός και Βαστιανή" του Μότσαρτ: με το θέμα της είχε αστειευτεί σε επίπεδο μουσικό ο Μπετόβεν. Γι' αυτό κι εγώ "αστειεύομαι" ανοίγοντας το έργο με την ουβερτούρα. Αλλά για την εξέλιξη της αφήγησης εμπνέομαι κυρίως από το λιμπρέτο της όπερας του Μότσαρτ, προσθέτοντας όμως και το αρχέτυπο του Ηρωα. Ουσιαστικά κάνω ένα παιχνίδι συνδυασμών και προσαρμογών, ανατρέποντας τη λογική της μουσικής αφήγησης». Διάβασα ότι η μουσική παίζει βασικότερο ρόλο στις χορογραφίες σας απ' ό,τι σε άλλους σύγχρονους χορογράφους, είτε επιλέγετε τον Μπετόβεν, είτε τον Τζίμι Χέντριξ... «Μα καθώς ο χορός είναι από μόνος του μουσική, η μουσική παίζει έναν σημαντικότατο κι αναπόφευκτο ρόλο. Οι επιλογές μου είναι πράγματι μερικές φορές τελείως διαφορετικές μεταξύ τους. Δεν αντιλαμβάνομαι όμως τη σχέση του έργου μου με τη μουσική μέσω της λογικής διαδοχικής ακολουθίας μουσικών θεμάτων. Διατηρώ μια σχέση τέτοια που να μου επιτρέπει να αναπτύσσω τη χορογραφική μου γλώσσα και να σχεδιάζω τον αφηγηματικό μου ιστό». Ο χώρος που δημιουργείται μεταξύ των χορευτών και του κοινού απασχολεί πολύ τους σύγχρονους χορογράφους. Εσείς τι σκέφτεστε; «Σκέφτομαι ότι αυτή είναι μια ερώτηση εξαιρετικά κενή και ταυτόχρονα εξαιρετικά λεπτή, τόσο που η απάντησή της θα μπορούσε να είναι ένα ολόκληρο δοκίμιο. Μεταξύ των θεατών και των ερμηνευτών αναπτύσσεται στις παραστατικές τέχνες κάτι πολύτιμο και πολύ ιδιαίτερο: αναφέρομαι στη ζωντανή, μοναδική στιγμή που μοιράζονται όσοι βλέπουν και όσοι παίζουν. Αυτή η στιγμή είναι που δημιουργεί τη μοναδικότητα ενός καλλιτεχνικού γεγονότος. Αλλά εγώ, ούτως ή άλλως, δίνω μεγάλη σημασία σε ό,τι συμβαίνει σ' αυτό το "μεταξύ": των πραγμάτων, των ερμηνευτών, των θεατών, του χορού και του χώρου. Τα πάντα μπορούν να συμβούν σ' αυτό το "μεταξύ". Η ίδια η λέξη, ειδικά στις παραστατικές τέχνες, σηματοδοτεί μια σχέση διαρκείας. Αλλά και η ίδια η στιγμή φορτίζεται τελείως διαφορετικά, απλά επειδή η σημερινή παράσταση είναι διαφορετική από τη χθεσινή». Μιλάμε για «φλαμανδική σχολή» στο σύγχρονο χορό. Συμφωνείτε με τον προσδιορισμό; «Ο προσδιορισμός "φλαμανδική σχολή" στο σύγχρονο χορό, μου προκαλεί δυσφορία», λέει η Μισέλ Αν ντε Με «Επειδή είμαι καλλιτέχνις, τέτοιου είδους προσδιορισμοί δεν με ενδιαφέρουν -αν και ερήμην μας διατυπώνονται ούτως ή άλλως. Αισθάνομαι όμως και μεγάλη δυσφορία για ετικέτες που έχουν ένα σαφή πολιτικό υπαινιγμό, επιτείνουν το πρόβλημα της χώρας μας και υπογραμμίζουν όσα η τέχνη μας προσπαθεί να αγνοεί. Θα προτιμούσα να μιλούσαμε για "βελγική κινησιολογία στο χορό". Καταλαβαίνω βέβαια από πού προέρχεται ο συγκεκριμένος προσδιορισμός: μια εποχή η Φλάνδρα υποστήριξε πολύ τον χορό, παρέχοντάς του πολλά μέσα για να μπορέσει να αναπτυχθεί. Εξ ου και ο ορισμός "φλαμανδική σχολή"». Ο σύγχρονος χορός χρειάζεται εκπαιδευμένο κοινό; «Ο χορός είναι μια τέχνη σε διαρκή ανάπτυξη. Εκ των πραγμάτων είναι αδύνατο, σε ό,τι αφορά το πολύ σύγχρονο κομμάτι του, να δώσει κανείς στο κοινό οδηγίες χρήσεως. Σ' αυτή την περίπτωση βασικό ρόλο παίζει η περιέργεια. Δέχομαι βέβαια ότι ορισμένα θεάματα ζητούν απ' τον θεατή να έχει ένα βαθμό ετοιμότητας. Αλλά γενικά θεωρώ ότι ο χορός, όπως κι η μουσική, είναι τέχνες της αίσθησης και της ευαισθησίας. Συνεπώς, και μη μυημένοι θεατές είναι εξίσου έτοιμοι να υποδεχτούν το αποτέλεσμα, φτάνει να είναι περίεργοι και "ανοιχτοί" στα ερεθίσματα». *
Πηγή:Ελευθεροτυπία2012-08-25 |
Σάσα Βαλτς (Το Βήμα) Ιούλιος 2012
|
«Αυτά που έχω να πω τα λέω με το σώμα μου...»
![]() Η γερμανίδα χορογράφος-χορεύτρια, που επιστρέφει στο Ηρώδειο, μιλάει για την ελληνική κρίση και τη μέθοδο δουλειάς της.
Το τηλεφωνικό ραντεβού με τη Σάσα Βαλτς είχε οριστεί για την περασμένη Δευτέρα το μεσημέρι. «Θα σας τηλεφωνήσουμε εμείς, όταν η Σάσα είναι έτοιμη για τη συνέντευξη» μου είχαν διαμηνύσει οι συνεργάτες της. Πέντε λεπτά μετά την καθορισμένη ώρα, το τηλέφωνο χτύπησε πράγματι και ύστερα από μια σύντομη διαμεσολάβηση, από την άλλη άκρη της γραμμής ακούστηκε μια φωνή ευχάριστη, σχεδόν τραγουδιστή. Η διάσημη γερμανίδα χορογράφος από την πρώτη κιόλας στιγμή δίνει την αίσθηση πως παίρνει σοβαρά ό,τι κάνει. Απαντά χωρίς να «πιέζει» χρονικά την κουβέντα, συχνά σκέπτεται την ερώτηση και, γενικώς, προσφέρει μια εμπειρία η οποία, παρά την απόσταση του καλωδίου, έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας επαφής διά ζώσης.
Εξι χρόνια μετά το «Koerper», την τριλογία της για το σώμα με το οποίο συστήθηκε για πρώτη φορά στο κοινό του Φεστιβάλ Αθηνών, η Σάσα Βαλτς επιστρέφει με μια πρόσφατη δημιουργία της με τίτλο «Continu». Λίγο πριν από την παράσταση στο Ηρώδειο η πολυβραβευμένη χορογράφος, χορεύτρια και σκηνοθέτρια όπερας μιλά για τον τρόπο δουλειάς της και την εξέλιξή του στον χρόνο, τον ρόλο της μουσικής στη δημιουργία της αλλά και το πώς η τάση της να εργάζεται όλο και περισσότερο αφηρημένα μπορεί να εκφράσει τους σύγχρονους προβληματισμούς της εποχής μας...
Είναι η πρώτη φορά που το «Continu» της Σάσα Βαλτς παρουσιάζεται σε αρχαιολογικό χώρο, στο Ηρώδειο, οπότε για τη χορογράφο η άποψη για την παρουσίαση του χώρου είναι σημαντική
Τι σκέπτεστε, αλήθεια, εν όψει της νέας σας εμφάνισης στην Αθήνα σε μια τόσο δύσκολη στιγμή για τη χώρα;
«Για να είμαι ειλικρινής, ανησυχούσα λίγο. Δεν ήξερα αν θα τα καταφέρναμε τελικά. Φοβόμουν μήπως η παραγωγή ήταν ακριβή, μήπως οι τιμές των εισιτηρίων ήταν τέτοιες ώστε να εμποδίσουν τον κόσμο να έρθει... Κάτι τέτοιο θα με έκανε να νιώσω πολύ άσχημα. Τελικά ερχόμαστε και είναι πολύ σημαντικό για μένα ότι θα έχω την ευκαιρία να πάρω μια γεύση από την πραγματική κατάσταση στην Ελλάδα. Προτιμώ, ξέρετε, να διαμορφώνω δική μου άποψη παρά να αρκούμαι σε όσα γράφουν οι εφημερίδες... Χαίρομαι, μάλιστα, ιδιαίτερα που θα φέρουμε στην Αθήνα ένα έργο που μιλά για τη συλλογικότητα. Πιστεύω πως η τέχνη αυτές τις εποχές είναι πολύ σημαντική. Είναι πραγματική διέξοδος».
Μήπως τελικά αυτό είναι πολύ θεωρητικό; «Δεν νομίζω. Μπορώ να σας πω μια προσωπική μου εμπειρία: γεννήθηκα στην Καρλσρούη, άρα μπορεί να πει κανείς ότι είμαι γερμανίδα χορογράφος, κι όμως μέσα μου αισθάνομαι βασικά διεθνής. Σπούδασα και δούλεψα πολύ στο εξωτερικό, συνεργάστηκα κι εξακολουθώ να συνεργάζομαι με χορευτές από ολόκληρο τον κόσμο... Κουβαλάμε βεβαίως τη διαφορετικότητά μας, διαφορετικές συμπεριφορές, τρόπο ανατροφής κ.λπ., αλλά καταφέρνουμε να επικοινωνούμε μεταξύ μας φτιάχνοντας ένα δίκτυο το οποίο λειτουργεί. Η τέχνη είναι ένας τρόπος να έρθει ο κόσμος κοντά, να συζητήσει δημιουργικά, να διευρύνει τη φαντασία του αλλά και να αναζητήσει μια προοπτική για το μέλλον».
Είναι ορατά όλα αυτά στο «Continu»; «Η αλήθεια είναι ότι το πρώτο μέρος είναι κάπως σκοτεινό, όχι ιδιαίτερα ελπιδοφόρο... Το δεύτερο όμως έχει να κάνει με το εσωτερικό συναίσθημα και τον ρόλο της λογικής. Είναι σαν να κάνεις ένα βήμα πίσω και να κοιτάς τα πράγματα από απόσταση και αυτό σου δίνει ώθηση, τελικά, να πας παραπέρα. Το έργο αυτό, ξέρετε, ο τρόπος που φτιάχτηκε, αντανακλά την ίδια τη μέθοδο της δουλειάς μου».
Δηλαδή;
«Κατ' αρχάς ο ίδιος ο τίτλος του υποδηλώνει τη συνέχεια, τη μεταμόρφωση, την εξέλιξη. Πρωτοπαρουσιάστηκε το 2010 στη Ζυρίχη, αναθεωρήθηκε αρκετές φορές ώσπου βρήκε την τελική του μορφή στο Σάλτσμπουργκ το περυσινό καλοκαίρι. Ωστόσο, για το Ηρώδειο το έχω διασκευάσει εκ νέου. Είναι η πρώτη φορά που το παρουσιάζουμε σε ανοιχτό χώρο και έχω μεγάλη περιέργεια να δω πώς θα λειτουργήσει. Είναι ακριβώς το επόμενο βήμα...».
Τι εννοείτε;
«Το "Continu" έχει παιχθεί στο Neues Museum του Βερολίνου και αργότερα στο Maxxi της Ζάχα Χαντίντ στη Ρώμη. Επομένως, πέραν όλων των άλλων, είναι και μια εξερεύνηση της αρχιτεκτονικής και της ιστορίας. Δούλεψα με διαφορετικές περιόδους της Ιστορίας έτσι ώστε κάποια στιγμή ο ίδιος ο χώρος να "εξαφανιστεί" και να επικεντρωθούμε μόνο στα σώματα. Τώρα είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται σε αρχαιολογικό χώρο, οπότε ο ίδιος ο χώρος ξαναγίνεται σημαντικός. Ετσι αφαιρώ το σκηνικό και επιλέγω να το παρουσιάσω στο φυσικό σκηνικό του αρχαίου θεάτρου».
Η αναθεώρηση των έργων είναι συνηθισμένη στον τρόπο δουλειάς σας;
«Ναι, τα έργα μου εξελίσσονται, αλλά συνήθως παίρνουν μια τελική φόρμα. Ωστόσο το "Continu" το κρατώ ανοιχτό επίτηδες: εξελίσσεται ανάλογα με τον χώρο, την κατάσταση, ακόμη και σε σχέση με το τι συμβαίνει στην πολιτική κατάσταση. Βοηθά βέβαια και το γεγονός ότι στον χορό η ματιά σου είναι πολύ ανοιχτή κι έτσι κάθε νέα ανάγνωση μπορεί να είναι πολύ διαφορετική».
Γιατί επιλέξατε έναν γαλλικό τίτλο;
«Δεν έχει τόσο να κάνει με τη Γαλλία όσο με το γεγονός ότι αναζητούσαμε διαφορετικούς τρόπους προσέγγισης. Θα έλεγα ότι έχει να κάνει και με τη μουσικότητα της ίδιας της λέξης».
Η μουσική, αλήθεια, τι ρόλο παίζει στη δουλειά σας;
«Από τότε που έφυγα από τη Schaubühne, όπου συμμετείχα στην καλλιτεχνική διεύθυνση, άρχισα να δουλεύω εντατικά με τη μουσική. Ασχολήθηκα αρκετά με την έρευνα επάνω στον τρόπο που συνδυάζονται οι σόλο φωνές, οι χορωδίες, τα όργανα... πειραματίστηκα με διαφορετικά είδη και εποχές από το μπαρόκ ως τη σύγχρονη. Ο πειραματισμός με ενδιαφέρει πολύ».
Θα λέγατε ότι υπάρχουν συγκεκριμένα θέματα που σας εμπνέουν σταθερά;
«Ασχολούμαι αρκετά με το συλλογικό σε αντιδιαστολή με το ατομικό. Υπάρχουν φορές που επιλέγω να προτάξω τη συλλογικότητα, ενώ άλλες φορές παρατηρώ τον τρόπο με τον οποίο το άτομο μπορεί να καταρρεύσει, να διαλυθεί ή να πέσει θύμα μιας κατάστασης. Από την εποχή ακόμη της Schaubühne με ενδιέφερε η κοινωνική παρατήρηση αλλά σε μικρότερη κλίμακα: οι σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα σε μια οικογένεια, για παράδειγμα... Αργότερα ανοίχτηκα σε μεγαλύτερες κοινωνικές ομάδες. Αυτό το στοιχείο είναι φανερό, πιστεύω, και στη δουλειά μου στην όπερα».
Πιο συγκεκριμένα; «Και εκεί σχετίστηκα με την Ιστορία, τις αρχετυπικές καταστάσεις της κοινωνίας ή το ίδιο το άτομο. Η Μήδεια, ας πούμε, είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση. Η αλήθεια είναι πάντως πως τα τελευταία χρόνια δουλεύω όλο και περισσότερο αφηρημένα».
Πιστεύετε ότι το κοινό επικοινωνεί με αυτόν τον τρόπο δουλειάς;
«Πιστεύω πως ναι. Το πολύ δυνατό σημείο για μένα όταν δουλεύω αφηρημένα είναι το γεγονός ότι όλο αυτό είναι πολύ "ανοιχτό", δεν έχει στεγανά, ο καθένας μπορεί να το προσεγγίσει με τον τρόπο που θέλει, υπάρχουν πολλές διαστάσεις και επίπεδα. Στον αφηρημένο τρόπο δουλειάς μπορεί κανείς να ανακαλύψει πολύ συγκεκριμένα πράγματα όπως αυτά που μας απασχολούν αυτόν τον καιρό».
Με ποιον τρόπο; «Ανάλογα με τις εμπειρίες, τις ανησυχίες και τα ενδιαφέροντά του, μπορεί κανείς να ανακαλύψει όλο το συναισθηματικό υπόβαθρο της οικονομικής κρίσης, το πώς μιλάμε για τον φόβο τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο... Η γλώσσα του σώματος είναι πραγματικά ένα καλό εργαλείο για να μιλήσουμε για όλα αυτά...».
Θα λέγατε ότι σήμερα, δεδομένης της γενικότερης κατάστασης, υπάρχει μια τάση στροφής σε μια περισσότερο πολιτική τέχνη;
«Yπάρχει μια τέτοια τάση, ναι. Υπάρχει μια τάση να αντιδρούν οι καλλιτέχνες σε ό,τι συμβαίνει γύρω μας, να αναζητούν πιθανώς μια άλλη πτυχή από αυτή που τονίζουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Και στη δική μου δουλειά υπήρξαν περίοδοι που είχα επιλέξει θέματα τα οποία είχαν να κάνουν με την κρίση και το πώς αντιδρούμε σε αυτήν είτε η κρίση αυτή είναι κοινωνική είτε περιβαλλοντική. Αν και τώρα, όπως είπα, δουλεύω πιο αφηρημένα, αυτό που προσπαθώ πραγματικά να κάνω είναι να λειτουργώ πιο ελεύθερα αναφορικά με τη χρήση της φόρμας. Δεν χρησιμοποιώ τόσο πολύ σκηνικά και ό,τι έχω να πω το λέω περισσότερο με το σώμα...».«Continu» με Βαρέζε και Ξενάκη
Την αντίθεση ανάμεσα στην πρωτογενή ενστικτώδη συγκίνηση και στην πνευματικότητα μέσω του συσχετισμού ατόμου και ομάδας πραγματεύεται το «Continu», η τελετουργικού χαρακτήρα δημιουργία της Σάσα Βαλτς που θα δούμε στο Ηρώδειο. Εν προκειμένω η 49χρονη χορογράφος χρησιμοποιεί 24 χορευτές που ερμηνεύουν μια εντυπωσιακή «αρχαϊκή» χορογραφία και επιλέγει για «πυρήνα» της μουσικής το συμφωνικό έργο «Arcana» του Βαρέζε. Στο συγκεκριμένο έργο ο συνθέτης, 90 χρόνια νωρίτερα, «πάντρευε» το καλλιτεχνικό με το επιστημονικό περιεχόμενο δημιουργώντας ένα καλλιτεχνικό αποτέλεσμα τόσο εντυπωσιακό όσο και καινοτόμο. Το εν λόγω μουσικό έργο στην αθηναϊκή παράσταση πλαισιώνεται από συνθέσεις του Κλοντ Βιβιέρ, του Μότσαρτ, αλλά και του «δικού μας» Ιάννη Ξενάκη, το σόλο κρουστών του οποίου «Rebonds A» θα ερμηνεύσει ζωντανά ο Ρόμπιν Σουλκόφσκι.
Της Ισμα Μ. Τουλάτου Πηγή: tovima.gr 2012-07-10 |
Χριστίνα Σουγιουλτζή (monopoli.gr) Ιούνιος 2012
|
Συνέντευξη στην Αργυρώ Σταυρίδη Η Χριστίνα Σουγιουλτζή χορογραφεί και... ακροβατεί: "Το σύμπαν είναι γεμάτο από μικρούς θεούς έτοιμους να μας βοηθήσουν"! Πηγή: monopoli.gr 2012-06-10 |
Πατρίσια Απέργη (topontiki.gr) Μάρτιος 2012
|
Συνέντευξη στη Χρυσούλα Παπαϊωάννου Λεπτοκαμωμένη, όμορφη, αεράτη και με κορμοστασιά μπαλαρίνας. Η Πατρίσια Απέργη, ήδη από το παρουσιαστικό της, υποδηλώνει την σχέση της με την τέχνη του χορού. Όχι όμως, ως χορεύτρια, κι ας μαντεύει ένα τρίτο μάτι ότι αυτό το επάγγελμα ακολουθεί. Είναι μία από τις πιο ταλαντούχες νέες χορογράφους. Έχει συστήσει την ομάδα «Αερίτες» και πριν από δύο χρόνια η παράσταση «d.όπα!» εκπροσώπησε την Ελλάδα στην 14η Μπιενάλε Νέων Δημιουργών της Ευρώπης και της Μεσογείου στα Σκόπια. Ακολούθησε μια γερή περιοδεία στο εξωτερικό, με πολύ πρόσφατους σταθμούς την Αλβανία, και πριν από λίγες μέρες στην Θεσσαλονίκη. Και έπεται συνέχεια για την πετυχημένη παράσταση σε Βαρκελώνη, Λεψία, και αλλού. Αυτό τον καιρό προέχει και η προετοιμασίας της νέας δουλειάς της ομάδας. Τιτλοφορείται «era.Po.vera» και θα ανέβει τον Μάρτιο στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, που έχει αναλάβει και την παραγωγή. Όσο για τον τίτλο, ναι, παραπέμπει και σε μια «φτωχή εποχή», έκφραση που όχι μόνο ακούμε συνέχεια, αλλά τη ζούμε στο πετσί μας. Μια πραγματικότητα, που για τους χορογράφους ίσχυε...ανέκαθεν. Ας μας τα πει όμως, η ίδια.
Να ξεκινήσουμε με την καινούργια παράσταση, «po.Ve.ra»; Ο τίτλος, όπως συμβαίνει συνήθως στις δουλειές μας, έχει διττή έννοια. Υποδηλώνει τη φτωχή εποχή αλλά και την αληθινή. Θέλουμε να μελετήσουμε τις κινήσεις, τις δράσεις και τις αντιδράσεις στην πόλη των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων. Θα συνδέσουμε το δικό μας κινητικό κώδικα, που είναι ο σύγχρονος χορός, με το parkour, το street dance και το hip-hop, τα οποία προσπαθούν να υψώσουν την δική τους φωνή στην κοινωνία. Με λίγα λόγια, το έργο θα ασχολείται με την πόλη και τα ρεύματα που προκύπτουν από τη ζωή σ’ αυτή.
Ακούγοντας τον τίτλο, τουλάχιστον, στην πρώτη του εκδοχή-«φτωχή εποχή»-φαντάζεται κανείς μια παράσταση που καταθέτει μια κοινωνικό-πολιτική δήλωση. Πόσο πολιτική μπορεί να είναι μια παράσταση χορού, με την έννοια ότι είναι πιο δύσκολο να αποκωδικοποιηθούν τα νοήματα της σε σχέση με μια θεατρική παράσταση; Δεν αισθάνομαι ότι όσοι κάνουμε χορό βρισκόμαστε σε μια δική μας σφαίρα, από την οποία δεν μπορούμε να ξεφύγουμε. Δεν με ενδιαφέρει να κάνω καθαρά αυτοαναφορικά έργα για την ατέρμονη και αφόρητη μοναξιά του ανθρώπου. Είμαστε κοινωνικά όντα, παίρνουμε ερεθίσματα από την κοινωνία και αντιδράμε σ' αυτά. Δεν με αφορά το να περιγράφω καταστάσεις ή συγκεκριμένες συνθήκες, δηλαδή αυτό που ονομάζουμε «φέτα ζωής». Ούτε να κάνω μιμική, δηλαδή να περιγράφω μια κατάσταση με ρεαλισμό. Φυσικά θέλω το νόημα μιας παράστασης να είναι σαφές στο κοινό.
Η προηγούμενη παράσταση σας με το τίτλο «do.pa.» στηριζόταν στην ιδέα «φτιάξε στον δικό σου μετα-Αθηναίο». Πώς θα περιγράφατε τον σημερινό μετα-Αθηναίο; Ως έναν πολίτη της κρίσης; Ο μετα-Αθηναίος ζει μια αλλαγή και δεν ξέρουμε πού θα καταλήξει. Θέλω να ελπίζω ότι θα βγει και κάτι αισιόδοξο από την κρίση, ίσως αξιολογήσουμε την ουσία των πραγμάτων, τι αξίζει και τι όχι, τι έχει ανάγκη κανείς για να ζήσει. Δεν υπονοώ με αυτό ότι όλοι φταίμε για όσα συμβαίνουν ή ότι «μαζί τα φάγαμε». Είναι λίγοι και συγκεκριμένοι αυτοί που έχουν φέρει τη χώρα σ’ αυτή την κατάσταση και τώρα το «τσουνάμι» μας παίρνει όλους.
Σε μια εποχή, λοιπόν, που τα ταμεία είναι άδεια και το σύστημα των επιχορηγήσεων έχει «παγώσει», πώς μπορεί να δουλέψει και να προωθηθεί ένας νέος χορογράφος; Για την πλειονότητα του κόσμου στην Ελλάδα, η κρίση έφερε αλλαγές. Για τους ανθρώπους που ασχολούνται με τον χορό δεν συνέβη καμία αλλαγή. Τώρα δεν έχουμε τίποτα. Αλλά και πριν δεν είχαμε τίποτα. Δεν υπήρχαν κρατική υποστήριξη από θεσμούς, δομές, σωστή εκπαίδευση, προώθηση του «προϊόντος» στο εξωτερικό. Επομένως, δεν έχει νόημα να ισχυριστούμε ότι τραντάζεται το οικοδόμημα. Ως προς τις επιχορηγήσεις, θα σας πω το εξής: η δική μας ομάδα, οι «Αερίτες», είναι επιχορηγούμενη από το 2007 και παρόλο που επιχορηγούμαστε κάθε χρόνο, δεν έχουμε πάρει χρήματα από το 2008. Σκεφτείτε, επίσης, ότι και στην εποχή πριν από την κρίση το συνολικό ποσό της επιχορήγησης για όλο το χώρο του χορού στην Ελλάδα ήταν 500.000 ευρώ. Μία ομάδα δεν μπορεί να κάνει παραγωγή με 10.000, ούτε βέβαια, να στηρίξει μια περιοδεία. Όμως, για κάποιο περίεργο και παράδοξο λόγο, υπάρχουν πολλές αξιόλογες ομάδες χορού, παρά τις δυσκολίες. Επίσης, ισχύει ακόμα ένα παράδοξο: πρώτα αναγνωρίζονται έξω, και μετά εδώ.
Πώς εξηγείται, κατά τη γνώμη σας, αυτό το παράδοξο; Καταρχάς δεν νομίζω ότι είναι τυχαίο το γεγονός ότι πολλές ξένες διάσημες ομάδες έχουν, σχεδόν πάντα, στο δυναμικό τους έναν Έλληνα χορευτή. Ακριβώς επειδή δεν υπάρχει παιδεία ως προς το χορό, οι νέοι βρίσκουν τρόπους να φεύγουν στο εξωτερικό, είτε με υποτροφία, είτε κάνοντας παράλληλα άλλες δουλειές. Πιστεύω ότι είμαστε χορευτικό έθνος. Χρησιμοποιούμε τη γλώσσα του χορού. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου που έχουμε την παράδοση των πανηγυριών.
Πιστεύετε ότι τώρα που δεν υπάρχουν κρατικά λεφτά για τις τέχνες, οι καλλιτέχνες θα στραφούν σε άλλες πηγές χρηματοδότησης, όπως για παράδειγμα σε ιδιωτικές χορηγίες, όπως γίνεται στο εξωτερικό; Στο εξωτερικό οι ιδιώτες δίνουν λεφτά στην τέχνη γιατί έχουν φοροαπαλλαγές. Εδώ δεν υπάρχει ανάλογο κίνητρο. Υπάρχει βέβαια και η εμπορική τέχνη, που μιλάει μια άλλη «γλώσσα». Δε θέλω να ακούγομαι εστέτ. Για μένα ο σκοπός της τέχνης είναι να είναι ανοιχτή στο ευρύ κοινό, Δεν έχει νόημα η εσωστρέφεια. Άλλα πρέπει να «μιλά» και μια άλλου τύπου «γλώσσα», η οποία ενδεχομένως να μην είναι τόσο ευρείας κατανάλωσης ή η γλώσσα της διαφήμισης. Για αυτό καταλαβαίνω έναν ιδιώτη που επιλέγει να δώσει χρήματα σε κάτι πιο εύπεπτο παρά σε αυτό που ίσως χρειάζεται κάποιο είδος επεξεργασίας ή μια ιδιαίτερη παιδεία.
Εσείς νοιώθετε ποτέ ότι απευθύνεστε σε λίγους, σε μια ελίτ; Θέλω να πιστεύω ότι ο χορός είναι λαϊκή τέχνη. Η «dopa» που κάναμε μας έδωσε μια απάντηση στο τι είδους διάλογο μπορεί να ανοίξει ο χορός και πού απευθύνεται. Ο εφιάλτης μου είναι να θεωρήσω ότι η τέχνη μας είναι ελιτίστικη. Είναι αλήθεια ότι, για παράδειγμα, το μπαλέτο ξεκίνησε με αυτό το σκεπτικό στις βασιλικές αυλές, θεωρείτο εστέτ και απευθυνόταν σε συγκεκριμένη τάξη. Αλλά ούτε αυτό ισχύει σήμερα. Η τέχνη πρέπει να είναι λαϊκή, όχι λαϊκίστικη. Είναι σαφές ότι όλα είναι θέματα ευρύτερης παιδείας. Αν ο χορός «έμπαινε» με κάποιο τρόπο στα σχολεία, ο κόσμος θα ήταν πιο εξοικειωμένος. Πολλοί θεωρούν ότι ο σύγχρονος χορός είναι το λάτιν ή αυτά που βλέπουν στο MTV ή στα βιντεοκλίπ. Θα σας πω και ένα αντίστοιχο παράδειγμα από τον χώρο των εικαστικών. Πολλοί θεωρούν ότι η σύγχρονη τέχνη είναι κάποιοι άνθρωποι που πασαλείβουν πίνακες.
Tα reality τύπου «Dancing with the stars» πώς σας φαίνονται; Η τέχνη του χορού ωφελείται με οποιονδήποτε τρόπο από αυτά; Μια χαρά είναι για αυτό που προσφέρουν. Αλλά δεν κάνουν τέχνη. Από τη στιγμή όμως, που τέτοιες εκπομπές έχουν αποδοχή, ποια είμαι εγώ για να τις κρίνω;
Αν σας πρότειναν να συνεργαστείτε εκεί τί θα κάνατε; Μου το έχουν προτείνει και αρνήθηκα. Δεν με αντιπροσωπεύουν αυτές οι εκπομπές και δεν με εκφράζουν. Επίσης, δεν έχω γνώση αυτού του τομέα. Ούτε λάτιν κάνω, ούτε τζάζ, αλλά σύγχρονο χορό. Προσωπικά εκφράζομαι με έργα που έχουν αρχή μέση και τέλος και θέλουν να «πούνε» και πέντε πράγματα. Αυτό δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί από τον τηλεοπτικό χρόνο των δύο λεπτών. Δεν υποτιμώ τίποτα και κανέναν. Είναι μια άλλη δουλειά. Ενδεχομένως στο μέλλον να δεχόμουν να συμμετάσχω, αν κάτι με ιντρίγκαρε. Αυτή τη στιγμή, όμως, δεν το σκέφτομαι.
Το εξωτερικό το σκέφτεστε ως πιθανότητα; Πάντα υπάρχει στο μυαλό μου ως ιδέα. Είναι μεγάλο δέλεαρ, χωρίς να σημαίνει ότι είναι πιο εύκολα τα πράγματα εκεί. Απλώς εδώ δεν συμβαίνει...τίποτα. Από την άλλη πλευρά, μου αρέσει πολύ η Ελλάδα. Έχω φύγει αρκετά χρόνια έξω για σπουδές και για δουλειές με την ομάδα. Πάντα όμως, ήθελα να επιστρέφω. Αγαπώ πολύ την Αθήνα. Μου αρέσουν ακόμα και η βρωμιά της και το χάος της. Κάτι μου ...δίνουν. Σίγουρα βέβαια, υπάρχει και κάτι που μου...παίρνουν. Βέβαια, πλέον δεν είμαστε τόσο χαμογελαστός λαός. Βλέπω ανθρώπους σκυθρωπούς, κλειστούς, στοιχεία που δεν είναι του χαρακτήρα μας, αλλά μας προέκυψαν με όλα αυτά που συμβαίνουν. Το εξωτερικό προσφέρει πολλά καλά, ως προς τις δομές, αλλά έχει και μοναξιά.
Βαφτίσατε την ομάδα σας «Αερίτες», που την κρητική διάλεκτο σημαίνει αλεξιπτωτιστές. Νομίζω ότι το όνομα συνδέεται με αυτά που λέμε, αφού για να υπάρξεις σήμερα στον χώρο του χορού, μάλλον πρέπει να διαθέτεις στοιχεία αλεξιπτωτιστή. Συμφωνείτε; Με την μεταφορική έννοια, ναι. Αυτός που ασχολείται με το χορό στην Ελλάδα βρίσκεται συνεχώς σε ελεύθερη πτώση. Από την άλλη, έχει και την αδρεναλίνη της αυτή η κατάσταση. Θεωρώ όμως, τον εαυτό μου τυχερό που μπορώ να κάνω αυτό που αγαπώ. Αυτή η ισορροπία είναι ένας τρόπος επιβίωσης.
2012-03-07 Πηγή: topontiki.gr |
Εε φυσικά και δεν είναι καλή στιγμή για να ζει κάποιος στην Ελλάδα!Όσο μαζοχισμό και να έχει κανείς, δε μπορεί να μην τον καταβάλει όλη αυτή η επισφάλεια, ο εκφοβισμός η χουντοποίηση και η άνοδος της ΧΑ στην Ελλάδα του σήμερα!
Η επιλογή του σύγχρονου χορού γίνεται για ένα σύνολο λόγων. Ο σύγχρονος χορός, όπως και κάθε σύγχρονη τέχνη, είναι η γλώσσα του σήμερα. Αν και οι τεχνικές σύγχρονου χορού στην Ελλάδα έρχονταν με καθυστέρηση (ειδικά παλιότερα) στον τόπο μας, παρόλα αυτά κάποιοι έλληνες δημιουργοί προσέδιδαν σε αυτές τις τεχνικές μια ιδιαιτερότητα, και επομένως μια αίσθηση του καινούριου, καθώς έβαζαν δημιουργικά το προσωπικό τους στοιχείο (στο βαθμό που αυτό συνέβαινε ή συμβαίνει γενικά). Επίσης, ο σύγχρονος χορός της γεννιάς του 70 (στην Αμερική αναφέρομαι κυρίως), είχε ως στόχο του μια αφαίρεση και τη λεγόμενη «δημοκρατικότητα» του σώματος, που προωθούσαν την έρευνα της κίνησης και επέτρεπαν αφενός στο δημιουργό να επεκτείνει περισσότερο τα όρια του φάσματος του κινητικού λεξιλογίου και αφετέρου, έδιναν περισσότερο χώρο στο κοινό για πολλαπλές ερμηνείες. Προσωπικά, αυτό που ονομάζουμε σύγχρονο χορό, και το οποίο συνεχώς εξελίσσεται και μεταλλάσσεται, με ενδιέφερε και με ενδιαφέρει ακόμα ως ένα βαθμό, ως ζωντανή γλώσσα που έχει μια ικανότητα να «μιλήσει» χωρίς το έντονο στυλιζάρισμα άλλων τεχνικών. Βεβαίως έχει το δικό του στυλιζάρισμα και αυτό έχει ενταθεί και παγειωθεί με τα χρόνια ειδικά στα είδη σύγχρονου χορού που γεννήθηκαν 30-40 χρόνια πριν. Αλλά δεν έχει το στυλιζάρισμα εκείνων των τεχνικών που η φόρμες έκφρασής τους αναφέρονται σε άλλες παλιότερες εποχές, ή σε συγκεκριμένα κλειστά νοήματα.



Η Μισέλ Αν ντε Με, εμβληματική χορεύτρια στο Βέλγιο, συστήνεται για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό ως χορογράφος. Το παρθενικό της έργο «Sinfonia Eroica» (1990), εμπνευσμένο από την «Ηρωική» του Μπετόβεν, φιλοξενείται στην «Πειραιώς 260», στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών

