Η Ναταλία Κουτσούγερα γράφει για την παράσταση της Ίρις Καραγιάν, My Mind Like The Sky
Τι συμβαίνει στο υποκείμενο όταν το μυαλό αφήνεται λυτό και το σώμα με τη μνήμη που διαθέτει προηγείται της σκέψης; Μια ανθρώπινη κατάσταση που σε ρυθμούς νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και τεχνοκρατισμού έχει ξεχαστεί για τα καλά, επιβραβεύοντας την Καρτεσιανή προτεραιότητα του νου έναντι του σώματος, και της λογικής έναντι της φαντασίας και της επιθυμίας. Του διαχωρισμού παρόντος και παρελθόντος. Η Iris Karayan μας προσφέρει ένα άκρως πολιτικό χορευτικό πόνημα, χωρίς να εκβιάζει το «πολιτικό». Είναι μια αποκαλυπτική επιστροφή στις αισθήσεις, στο νόημα της αντιληπτικής μνήμης που εδράζει στο σώμα, ένα πρακτικό εγχείρημα της σωματοποίησης σε όλο της το φάσμα. Τα χορογραφικά ενεργήματα του My Mind Like the Sky εγείρονται μέσα από τα οπτικά κείμενα σε video wall που λειτουργούν ως βαθύτερες σκέψεις και την αχνή μεταιχμιακή μουσική του Νίκου Βελιώτη που παλινδρομεί ανάμεσα στη σιωπή και το ίχνος θορύβου.
Θα έλεγε κανείς ότι το συγκεκριμένο έργο με εμβληματικό τίτλο το ελεύθερο, ρευστό, αέρινο μυαλό που μοιάζει με τον ουρανό, όπως μας λέει η Karayan, στηρίζεται στην αναστοχαστική συγχώνευση του προσωπικού με το πολιτικό, έχοντας ως κινητήρια δύναμη μια γόνιμη οργή. Μέσα από το επαναστατικό σκοτάδι που απέχει από θορυβώδεις τυμπανοκρουσίες και προτάσσεται ως πυρήνας της ατομικής και πολιτικής αλλαγής, η χορογράφος ιχνηλατεί τη διαχρονική εξέλιξη της εαυτής της, χορογραφικά, πολιτικά και ψυχαναλυτικά. Μια εξέλιξη όχι φυσικά με εξελικτικούς και ατομοκεντρικούς όρους, αλλά με όρους οργανικής συσχέτισής με το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον, με το μνημονικό παρελθόν της ακόμα και με το ασυνείδητό της.
Σε αυτό το έργο, ο ίδιος ο χαρακτήρας του work in progress μετουσιώνεται και εικονοποιείται σε στάδια από την αχαλίνωτη και ευθυτενή performer Ιωάννα Παρασκευοπούλου η οποία συνδέεται εξαρχής με το μη έλλογο αποδομώντας τις ίδιες τις σκέψεις αλλά και τις εφήμερες αισθήσεις της, αποκαλύπτοντας την ιστορικότητα της συνείδησης και τον εγκλωβισμό της στο σώμα. Τα μονοπάτια ενηλικίωσης του καθόλα ενσώματου μυαλού της προσομοιάζουν με ξεχωριστά μέρη χορογραφίας που εξελίσσονται σε ένα σκοτεινό δωμάτιο.
Στο πρώτο μέρος της χορογραφίας, το οποίο αναδύεται ως το πιο δυνατό, χορογραφημένο και εικαστικό σόλο, η Παρασκευοπούλου ενσωματώνει τις ιδιότητες μιας δυναμικής, σχεδόν μάτσο, γυναικείας φιγούρας με επαναλαμβανόμενες δεικτικές κινήσεις και προτάσσεις στήθους που θυμίζουν αντρικές κόντρες και συγκρούσεις, αλλά και γρήγορους στροβιλισμούς, δονήσεις και κίνηση μαλλιών που παράγουν μια εξαιρετική εικαστική στιγμή εξαφάνισης σώματος και προσώπου. Μια αφαιρετική υποδήλωση του αχανούς της συνείδησης, του ακατέργαστου μιμητικού εαυτού και της ρευστότητας της υποκειμενικότητας ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια της ύπαρξής της. Ο εαυτός σε αυτό το πρώτο μέρος βρίσκεται χαμένος στο απτό και στο φαινομενικό.
Στο δεύτερο μέρος της χορογραφίας η Παρασκευοπούλου αρχίζει και τρέφει τις πρώτες τάσεις αλλαγής και αναστοχαστικής αναζήτησης. Ενεργοποιείται άλλοτε μέσα από ρυθμικούς κοριτσίστικους βηματισμούς, πολλές φορές σχεδόν στρατιωτικούς και άλλοτε μέσα από αργές κινήσεις που μοιάζουν με βάδην και χαλαρό περπάτημα στη φύση. Φαίνεται να ανακτά σιγά σιγά τη χαμένη επαφή της με το ασυνείδητο και το άλογο, αλλά και με μια οικολογική συνείδηση που την συνδέει με το οργανικό, το αυθόρμητο και το πηγαίο. Το πρόσωπό της δεν υπερβάλλει και χρησιμοποιεί αρμονικές κινήσεις που θυμίζουν απελευθερωμένο χορό σε κλαμπ.
Καθώς η χορογραφία προχωρά προς το τελευταίο της μέρος, στο video wall προβάλλονται οι ενθυμητικές επιθυμίες της χορογράφου (π.χ. ως προς προηγούμενα έργα της όπως το Mothers), αλλά και ιδέες-φαντασιώσεις για το πώς θα ήθελε να λειτουργεί ο κόσμος. Εξαπλώνεται η δύναμή της μοναξιάς της που την κάνει να αντέχει χωρίς φόβο στη σιωπή και στο σκοτάδι. Κυριαρχεί η τάση της να διεκδικήσει με τιμιότητα και πνευματικότητα τον κόσμο που της ανήκει – πέρα από υλιστικές φαντασιώσεις – σε μια πλήρη συμφιλίωση με το σύμπαν. Να δώσει έμφαση στις αισθήσεις και στη σωματική μνήμη και όχι στη στεγνή υλικότητα ενός «τώρα». Μια δικαίωση περισσότερο πολιτική παρά προσωπική, θα έλεγε κανείς, που βασίζεται στην ειλικρίνεια της ανθρώπινης ύπαρξης απέναντι σε όλα τα έμβια πλάσματα που την περιβάλλουν. Αλλά και σε μια διαδρομή. Σε ένα ιστορικό τραυματικό παρελθόν που την εμπερικλείει, την μαθαίνει, την ανατροφοδοτεί.
Αυτό που σίγουρα ξεχωρίζει το συγκεκριμένο έργο της Karayan σε αισθητικό επίπεδο και ανοίγει έναν διάλογο για μια εκ νέου εξερεύνηση του συνδυασμού χορογραφικής φόρμας και οπτικοακουστικού υλικού, παράγοντας ένα πολυαισθητηριακό-πολυμεσικό αποτέλεσμα, είναι αυτή η ειλικρίνεια της έλλειψης συγκεκριμένης δομής, της ρευστότητας δεδομένων και ακριβούς αναπαράστασής τους, της αποδόμησης της ανάγκης για ένα ξεκάθαρο «τέλος». Η δημιουργία μιας επικράτειας ενός σωματικού (ανα)στοχασμού που αποποιείται κάθε είδους κλασικής πομπώδους τραγικότητας, χωρίς να εκλείπει βάθους και ποιότητας. Και σε εννοιολογικό επίπεδο, μια έμπρακτη απόδειξη ότι το υποκείμενο υλοποιείται και από-υλοποιείται διαρκώς μέσα από τις ρυθμικές αναδρομές όχι μόνο των πεπραγμένων του αλλά και των επιθυμιών του. Ένα δρων υποκείμενο στο δεδομένο κοινωνικο-πολιτικό γίγνεσθαι που δεν φοβάται να επαναστατήσει ενάντια σε κάθε τι που το κρατάει εγκλωβισμένο σε στερεότητες.
Ναταλία Κουτσούγερα